"Παραλογίζομαι.
Ζάχαρη στα χείλια, κεντρί μέλισσας η σκέψη
τρυπώντας, με εκδικείται
αναπνοή που γεννάει συμβιβασμούς
καθημερινούς, σιωπηλούς
μικρά πνιχτά βογγητά πόνου μου,
ξεφεύγουν αυτόματα.
Όλα γίνονται αυτόματα:
θλίψη, χαρά, ευτυχία, αγάπη.
Σημεία στίξης φωτεινά πάνω στο μαύρο μου.
Χαμόγελα απροσδόκητα, μωρουδίστικα
σαν μικρά ξανθά κεφαλάκια κουρνιάζουν
στη λακουβίτσα του λαιμού μου,
περιμένοντας.
Ίσως να ζωντανέψουν.
Μα πάλι δε με νοιάζει..
Να! σαν τα λουστρίνια μου, κόκκινα παπούτσια
που, κάποιος , κάπου μου είπε "φέρνουν τύχη", ξέχασε να μου πει
πως το διάβασε σε παραμύθι.
Δεν με νοιάζει ,λοιπόν, γι αυτά -
για την τύχη που σέρνεται απ'τα τακούνια τους.
Η μοναξιά, η ευλογημένη γραπώθηκε στην πλάτη μου-
με νύχια.
Ζητάει μερτικό κι εγώ δεν έχω να της δώσω άλλο
από κομμάτια δικά μου, παρατημένα, ατροφικά.
Τρέφεται άπληστα, επιτακτικά.
Σκάβει τα μάτια μου να βρει εικόνες, να
κατασπαράξει.
Δεν αρκούν οι αναμνήσεις ρε.
Για να ζεις, λέω, δεν αρκούν.
Κοίτα μαμά.. Είμαι καλά. Ναι, καλά.
Εσύ δε θα μάθεις ποτέ τι κρύβω μέσα μου.
Κι οι άλλοι που θα μάθουν, δεν το ήθελαν.
Σου είπα ιστορία ολόκληρη.αληθινή.
Φτάνει για σήμερα. ε;
καληνύχτα."
http://alicia-fragile.blogspot.com/
Θα ήθελα να γράψεις ένα κείμενο που να επιτίθεται σ' αυτό που έγραψες. Το πρώτο μάθημα είναι πως οι ωραίες λέξεις δεν κατοικούν κάπου στη γλώσσα και τις φέρνουμε στο ποίημα. Αυτό λέγεται ωραιολογία και όχι ποίηση. Το δεύτερο είναι να μην ανησυχείς ώστε να φέρνεις αυτό που γράφεις να μοιάζει με όσα σου έμαθαν να θεωρείς ποίημα. Τρίτο: σαν μικρά ξανθά κεφαλάκια κουρνιάζουν/στη λακουβίτσα του λαιμού μου,/περιμένοντας.
Να το διατάξουμε ώστε να βγάζει ανατριχίλα: Ίχνη χειλιών νεκρών αγγέλων στη λακουβίτσα του λαιμού μου κ.λ.π. Θέλω να πω, ξετίναξέ το. Καλύτερα κακό και πρωτότυπο παρά ευπρεπές και βουλιαγμένο.
Και γράφε, γράφε τόσο που να σιχαθείς τις ωραίες εικόνες που σε έκαναν να γράψεις... που να μην έχεις άλλο, να σε πιάσει απελπισία και να τα σκίσεις γιατί δεν είσαι τίποτα. Και την επόμενη αν σε τραβάει να ξαναρχίσεις... Δεν υπάρχει δρόμος... Κάποια μέρα το γραφτό σε κάνει ποιήτρια ή σταματάς. Αλλά έχοντας επιμείνει ίσαμε ένα Σάββατο που γίνεται το καλύτερο πάρτυ κι εσύ μένεις μέσα μουτζουρώνοντας παλιόχαρτα...
Σάββατο 5 Ιουλίου 2008
Alicia - Ατιτλο
Αναρτήθηκε από angeliki marinou στις 7/05/2008 08:57:00 π.μ. 6 σχόλια
Παρασκευή 16 Μαΐου 2008
Elikas - Η Δευτέρα Απουσία
Στην αρχή οι υπεύθυνοι του μουσείου πίστεψαν πως πρόκειται για φάρσα. Γρήγορα όμως πανικοβλήθηκαν, κι επιστράτευσαν όλα τους τα μικροσκόπια και τους φασματογράφους για να δουν τι φταίει. Μέχρι και λέιζερ έφεραν. Στάθηκε αδύνατο να βγάλουν άκρη, και σύντομα άρχισαν να κυκλοφορούν θεωρίες για κάποιο εξωτικό μικρόβιο που δε μπορούσε να ανιχνευτεί, για σαμποτάζ αλλόθρησκων, ακόμα και για χρήση εξωγήινης τεχνολογίας. Το μυστικό δεν άργησε να διαρρεύσει στα αδηφάγα μέσα, που έσπευσαν να αναμεταδώσουν την είδηση σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της οικουμένης.
Η εικόνα Του συνέχιζε να ξεθωριάζει από τον πίνακα του Ντα Βίντσι σταθερά μέχρι που εξαφανίστηκε. Σύντομα άρχισε να συμβαίνει το ίδιο και με άλλους πίνακες που Τον απεικόνιζαν, καθώς επίσης και με τοιχογραφίες, βιτρό, ακόμα και με γλυπτά. Σε μερικές περιπτώσεις η μορφή Του έμοιαζε να λιώνει, να την απορροφάει ο καμβάς, το ξύλο ή η πέτρα. Κάποιοι επιστήμονες χαρακτήρισαν το φαινόμενο επιδημία, ενώ αρκετοί ήταν εκείνοι που παρέμεναν σκεπτικιστές, χωρίς ωστόσο να μπορούν να εξηγήσουν τι ακριβώς συνέβαινε. Οι πιστοί ανά τον κόσμο άρχισαν να προσεύχονται, σίγουροι πως είχαν να κάνουν με θεϊκό σημάδι. Η αλήθεια είναι πως κι οι θρησκευτικοί ηγέτες τους τα χρειάστηκαν, το ίδιο όμως και όσοι τόσα χρόνια τολμούσαν να αμφισβητήσουν την ύπαρξή Του. Δεν είναι και λίγο να σε εγκαταλείπει ο Κύριος σου. Ιδίως όταν εξαφανίζεται ακόμα και από τον σταυρό που έχεις περασμένο στο λαιμό σου…
Όταν έσβησε και το τελευταίο ίχνος Tου από την Ιερά Σινδόνη του Τορίνου, κανείς πλέον δεν είχε αμφιβολία ότι πλησιάζει το τέλος. Τα γραφεία στοιχημάτων έπαιζαν 3 προς 1 την πιθανότητα να επέλθει η Δευτέρα Παρουσία σε λιγότερο από μία βδομάδα. Σε αρκετές μεγάλες πόλεις ξέσπασαν ταραχές που η αστυνομία αρνήθηκε να ελέγξει, ενώ το κραχ στην παγκόσμια οικονομία ήταν πια οριστικό και αμετάκλητο. Δεν είχε πια νόημα να πάει κανείς στη δουλειά του, ούτε να υπομείνει τίποτα πέρα από τις απολύτως προσωπικές του επιθυμίες. Όλα τα απωθημένα βγήκαν στη φόρα, αφού πολλοί σκέφτηκαν ότι αν είναι να τιμωρηθούμε από τον Θεό τουλάχιστον να προλάβουμε να το γλεντήσουμε. Οι φυλακισμένοι δραπέτευσαν λοιπόν κι οι καταπιεσμένοι όλου του κόσμου ξεσάλωσαν, με αποτέλεσμα οι βιασμοί διασημοτήτων και οι δολοφονίες πολιτικών να αυξηθούν κατακόρυφα. Αν και δεν υπήρχε πλέον κανείς για να μετρήσει στατιστικές. Το μόνο που υπήρχε ήταν ένα άναρχο και βρώμικο χάος.
Ο σώζων εαυτώ σωθήτω. Εκείνος δεν το είχε πει άλλωστε; Δεν ήταν λίγοι οι πρώην πιστοί Του που διατύπωναν θεωρίες ότι δεν υπήρξε ποτέ. Γι’ αυτό εξαφανίστηκε έλεγαν, κι ας αποτελούσε παράδοξο το γεγονός ότι Τον διατηρούσαν αναλλοίωτο στη μνήμη τους. Οι ταπεινοί βεβαίως απέρριπταν τέτοιες βλασφημίες, και πέρναγαν τις ημέρες τους γονατισμένοι απέναντι σε άδειους τοίχους, κλαίγοντας και ικετεύοντας για άφεση αμαρτιών πριν τους καταπιεί η κόλαση.
Πέρασαν μπόλικες ημέρες χωρίς να εμφανίζεται από πουθενά κανένα θεϊκό σημάδι. Ούτε σεισμοί, ούτε κατακλυσμοί, ούτε ουράνιο πυρ και χερουβείμ με φωτόσπαθα. Μόνο οι συνηθισμένες για την εποχή κακοκαιρίες, καμιά τοπική κατολίσθηση και το πολύ-πολύ μια άσχημη επιδημία γρίπης. Οι νεκροί εξακολουθούσαν να αναπαύονται ήρεμα στους τάφους τους, ενώ παρατηρήθηκε ότι μέχρι και οι πάγοι σταμάτησαν να λιώνουν. Πέρασε μήνας. Τρεις. Έξι. Χωρίς να συμβεί απολύτως τίποτα το μεταφυσικό ή εσχατολογικό. Με τεράστια δυσκολία, κάποια στοιχειώδης τάξη άρχισε πάλι να επιβάλλεται σε μερικές από τις πιο καλά οργανωμένες χώρες. Σε τελείως άλλες βάσεις αυτή τη φορά, με νόμους περίεργους και κοινωνικές συμπεριφορές τελείως απρόβλεπτες. Παραδόξως, κανείς δεν είχε πια ιδιαίτερη όρεξη να σκοτώσει κανέναν.
Το περίεργο ήταν ότι τα βιβλία εξακολουθούσαν να Τον αναφέρουν με όλες τις λεπτομέρειες. Αν και ούτε εκεί μπορούσε πια κανείς να δει φωτογραφίες. Τα ευαγγέλια παρέμεναν σχεδόν ανέπαφα, το ίδιο και όλα τα κείμενα που αφορούσαν τη ζωή Του και το έργο Του. Ακόμα και τα ανέκδοτα. Μιλούσαν για την ιστορία της γέννησης Του, για τις παραβολές Του, για τον ερχομό Του στην Ιερουσαλήμ. Και όλα σταματούσαν το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης. Ούτε Ιούδας, ούτε Ρωμαίοι, ούτε τίποτα. Και καθόλου εικόνες. Ακόμα και στο ίντερνετ, τα αρχεία που κάποτε απεικόνιζαν τη μαρτυρική πορεία Του μέχρι την Ανάσταση δεν άνοιγαν με καμία δύναμη. Μας είχε αφήσει για τα καλά λοιπόν κι αυτό ήταν όλο;
Σ’ αυτό τον μπερδεμένο και βαθύτατα προσβεβλημένο από τον Δημιουργό του κόσμο ανακοίνωσε ένας καθηγητής από τη Φλωρεντία τη λύση του αινίγματος. Με μια θεωρία που ολοένα και κέρδιζε έδαφος στις τάξεις των πιο ψύχραιμων, ο Αλγερινός στην καταγωγή καθηγητής ισχυριζόταν ότι κάτι τέτοιο είχε προβλεφθεί από τα κρυπτικά κείμενα του Λεονάρντο και τις προφητείες του Νοστράδαμου, ενώ υπήρχε και σύντομη αναφορά στην Αποκάλυψη του Ιωάννου. Καθώς οι επιστημονικές τους γνώσεις εκείνη την εποχή ήταν ανεπαρκείς, οι κάθε λογής φωτισμένοι και προφήτες αδυνατούσαν να περιγράψουν καλύτερα αυτό που τελικά θα έπρεπε να είναι σε όλους μας αυτονόητο. Ο Χριστός υπήρξε, ήταν αναμφίβολα γιος του Θεού ή ακόμα και Θεός ο ίδιος, μόνο που δεν σταυρώθηκε. Κάτι συνέβη και άλλαξε γνώμη την τελευταία στιγμή. Λάκισε. Ο καθηγητής τοποθετούσε την κρίσιμη απόφαση στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου – στην κορυφαία απεικόνιση του οποίου παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το ακατανόητο φαινόμενο.
Στη συνέχεια έλεγε κάτι σχετικά με την αντιστροφή προβολής του Θεανθρώπου που οφειλόταν σε ρήξη του χωροχρονικού συνεχούς, και με μαθηματικούς υπολογισμούς αποδείκνυε ότι η μόνη περίπτωση να έχει συμβεί κάτι τέτοιο είναι το ταξίδι κάποιου ή κάποιων πίσω στο χρόνο. Τολμώντας να κάνει εικασίες, ένας άλλος διακεκριμένος διανοητής από την Αυστραλία υπέθεσε ότι ο παρολίγον Σωτήρας μας πληροφορήθηκε με κάποιο τρόπο την εξέλιξη της ανθρωπότητας μετά τη σταύρωση και ανάστασή Του, και απογοητεύτηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να αποφασίσει ότι δεν αξίζει τον κόπο να μαρτυρήσει για κανέναν. Αν είναι έτσι ας βγάλουν άκρη μόνοι τους πρέπει να είπε. Ή κάτι παρόμοιο.
Παράτησε σύξυλους τους μαθητές Του λοιπόν κι έφυγε, έτσι απλά όπως είχε έρθει. Μπορεί να ξανάγινε ξυλουργός σε κάποιο χωριό της Ιουδαίας, ίσως να πήγε ένα μακρινό ταξίδι κάπου που δεν τον γνώριζαν, μπορεί ακόμα και να παντρεύτηκε. Μια ομάδα ερευνητών από τη Νορβηγία έφερε στο φως μια επιγραφή θαμμένη στα ερείπια ενός αρχαίου οικισμού των Μάγια, που μιλούσε για έναν περίεργο γέρο που περπατούσε πάνω στο ποτάμι και μετέτρεπε το καυτό νερό σε σοκολάτα. Μπορεί να ήταν Εκείνος. Ποιός ξέρει; Μετά από τέτοιο σοκ οι άνθρωποι ήταν διατεθειμένοι να πιστέψουν πλέον οτιδήποτε.
Κανείς δεν έμαθε αν όντως υπήρξε κάποιος που κατάφερε να ταξιδέψει πίσω στο χρόνο για να συναντήσει τον Ιησού από τη Ναζαρέτ και να Τον αποτρέψει από το να θυσιαστεί για τους ανθρώπους. Κανείς δεν ξέρει τι Του είπε. Ή τι Του έδειξε. Αν και όλοι μας μπορούμε να φανταστούμε.
http://nefelikas.wordpress.com
Είναι ενδιαφέρουσα η μετατόπιση από τον Κώδικα Ντα Βίντσι στην Ιερά Σινδόνη. Κυρίως γιατί αφήνει να φανεί η υποδόρρεια υποτίμιση. Δεν αναήκω στους αναγνώστες του βιβλίου και συμμερίζομαι την περίληψή σας που θέλει να αποκαλύψει το κέντρο της πλήξης που συνέχει μια μαζική αναγνωστική υστερία. Τα καταφέρνετε να φτιάξετε ένα προσχέδιο σεναρίου, θέλοντας μ αυτό να πω ότι η έκταση του θέματος σε σχέση με το μέγεθος της ανάπτυξής του δεν σας αφήνει περιθώρια για τον δειγματισμό ενός ύφους. Για βάλτε την κάμερά σας σε μια γωνία της ιστορίας και χωρίς εξηγήσεις πολλές αφήστε μας ίχνη από συναισθήματα και γεγονότα, σαν να ξέραμε ήδη την ιστορία. Προυπόθεση: Όχι παραπάνω από εκατό λέξεις. Έτσι πιθανόν θα μπορούσατε να αξιοποιήσετε το κείμενο και να κάνετε την αναγκαία παραγωγή ύφους, δηλαδή δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στο πως και όχι στο τί. Αυτό δεν καταλαβαίνουν οι περισσότεροι που ξεκινούν. Το πως αναδύεται αργά σαν ο σημαντικότερος παράγοντας...
Αναρτήθηκε από angeliki marinou στις 5/16/2008 11:11:00 μ.μ. 5 σχόλια
Τρίτη 15 Απριλίου 2008
Μιχάλης Στειακάκης - 3 ποιήματα
''Τoreador''
''Να πιάσεις τη ζωή απ' τα κέρατα'' του 'λεγαν
ώσπου μια μέρα μπήκε στην αρένα
κι ο ταύρος τον ξεκοίλιασε.
Δεν θ’ άφηνε το φόβο και τη συνήθεια
να τον καρφώσουν άπραγο στο στρώμα
ωστόσο ο ταύρος που δεν ήξερε
από ρητά και αποφθέγματα
ανελέητος τον ξεκοίλιασε.
*****
''Λευτεριά στα καναρίνια''
Τ' απόβραδο στους δρόμους σουλατσάρει
μ' ένα κουβά μαύρη μπογιά
τους γκρίζους τοίχους να γεμίσει
συνθήματα επαναστατικά.
''Λευτεριά στους αγωνιστές πίσω απ' τα κάγκελα''
''Λευτεριά στα καναρίνια''
Το πρωί ανήξερος την πόλη τριγυρνά
κανείς δεν βλέπει που γελούν και τα μουστάκια του
Τον λένε Salvador
(αλίμονο δεν είναι ο Dali)
είναι ο γάτος της γειτονιάς μας...
*****
‘‘Προμηθέας II ’’
Πιστός στις παραδόσεις του βουνού
(που τον γέννησε και τον ανέστησε) ο Προμηθέας
έζησε μέχρι τα βαθιά του γεράματα.
Σαν έφτασε η ώρα του - κατοχρονίτης πια -
τη ράχη ακούμπησε σε βράχο απόκρημνο
μα ταπεινό (εν αντιθέσει
με τις υπερβολές των σκηνογράφων της Επιδαύρου)
όρθιος να ξεπροβοδίσει τη στερνή πνοή του.
Αχ! μωρέ ζωή.
Γιομάτη είσαι βάσανα
και τελειωμό δεν έχεις..
Ανάθεμα σε Tάμαθα
τα σου τα κατατόπια
μου ‘φαγες τα συκώτια.
Ο γύπας κοιτούσε από μακριά.
Που να τολμήσει.
Εδώ έχουμε το χαρακτηριστικό ευρημάτων που δεν μπορούν να υποστηριχτούν λεκτικά. Έτσι αυτό που θα ήταν ποίημα είναι ένα σενάριο που υποστηρίζει μιαν ανατροπή. Έτσι απολαμβάνουμε ένα ευφυολόγημα που πιθανόν να δίνει μιαν νοητική ευχαρίστηση αλλά θέλει ακόμα πολλά για να γίνει ποίημα.
Τέτοια ποίηση που έλκεται από ευρήματα είναι της μόδας σε μερικούς ποιητές που χρησιμοποιούν διάφορες μανιέρες για να παράγουν απόλαυση ευφυίας. Για να έχουμε ποίηση πρέπει οι λέξεις να βρίσκονται στο ίδιο ύψος με το εύρημα, κάτι που πετυχαίνει ας πούμε η Δημουλά στα περισσότερα ποιήματά της, καθώς ρίχνει τη μανιέρα της σαν προβολέα πάνω στα γεγονότα του κόσμου.
Και επειδή τα ευρήματα δεν έρχονται κάθε μέρα, σας συμβουλεύω να γράφετε πάλι και πάλι κάθε κείμενό σας, δοκιμάζοντας ποια παραλλαγή υπηρετεί καλύτερα το εύρημά σας. Αν έχετε και φιλολογικές γνώσεις θα μπορούσατε να βρείτε ένα βιβλίο Ρητορικής για να μελετήσετε τα λεκτικά σχήματα που παράγουν εφέ ικανά να υπηρετήσουν αυτό που φαντάζεστε.
Το πιο απλό ίσως θα ήταν να ψάξετε τα ευάριθμα βιβλία με ποίηση Ζεν ή ποίηση που περιέχει αυτό που λέγεται Κοάν. Μόνο που τα μεταφράσματα έχουν φτωχό λεξιλόγιο γιατί έγιναν με φιλοσοφική κι όχι ποιητική πρόθεση... Δοκιμάστε να κάνετε παραλλαγές πάνω σ' αυτά με δικά σας λόγια... Πρώτον θα διαπιστώσετε ότι ποίηση σαν αυτή που φαντάζεστε πρωτότυπη έχει ήδη την παράδοσή της και δεύτερον οι παραλλαγές σε δοσμένα ποιήματα θα σας βοηθήσουν αντί να δίνετε σημασία στο εύρημα να δίνετε περισσότερη σημασία στην έκφρασή του. Αν τελικά το επιχειρήσετε, πολύ θα ήθελα να δω κάποια αποτελέσματα εδώ...
Σωστά έχετε καταλάβει πως οι ανατροπές πρέπει να γίνονται σε θέματα που είναι γνωστά στον αναγνώστη.
Για δοκιμάστε γραφές όπου στο πρώτο μέρος θα εκθέτετε την ιστορία και στο δεύτερο την ανατροπή της.
Και εννοείται πως ο καλύτερος τρόπος για να πλουτίζει κάποιος το λεξιλόγιό του είναι η ασταμάτητη ανάγνωση ποίησης... όπου τη βρίσκετε...
Αναρτήθηκε από angeliki marinou στις 4/15/2008 10:08:00 π.μ. 0 σχόλια
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008
Siqvis - Δυο ποιήματα
Πέτσινα ρεζερβουάρ
Σε δημοσιά τα μεσάνυχτα
φωτισμένη και μάταιη
κοντράρεις το τέλος του χρόνου.
Γρούζει η σαρκή μηχανή σου.
Στη σέλα του ίλιγγου
βιάζεις τα γκάζια της.
Μυστήρια της μνήμης
πυρωμένα αποθέτεις
στα ριζιμιά των πηγών
που αναβλύζουν στο αίμα σου.
Χωλές αμαρτίες του αύριο
ν' αρνιέσαι επιμένεις.
Τον δύσποτμο Σκύθη λογχίζοντας
μυρωμένος μετάλαβες
του άχραντου θανάτου.
Η σκέψη ποτάμι που τρέχει
σε ισχνές διεγέρσεις του απείρου
αυτή με ριπές σε εξυψώνει.
Τεταρτημόρια άστρων
μπροστά σου απλώνει
και γράφει:
Είναι ίσως ακόμη μακρύς
ο δρόμος για σένα
ή μπορεί και να χάθηκες
σε κάποια στροφή του
καθώς βιαζόσουν
να φθάσεις στο τέρμα του.
Διαδρομή
Μάζεψα στον άνεμο πνοές
φωνές μικρών πουλιών
και χυμούς ευωδιαστών ερώτων
απίθωσα τυφλός,
πάνω στο χαμηλό θυσιαστήρι.
Μήνες μετρώντας έντεκα
στα ηλιοτρόπια της λήθης
τον μόσχο τον χρυσό εγκολπώθηκα
τις κουκουβάγιες τις ευτραφείς
των πρυτανείων εκέλευσα
Απόρησα.
Πώς χώρεσε το μέγα πλήθος
σε μια σκλήθρα ουτοπίας;
Ζύμωσα
με θυμάρι κι αγιόκλημα
οπτασίες άλαλων παιδιών
στα καλντερίμια.
Έπλασα ψωμί γλυκό της ξεγνοιασιάς
-σώμα και αίμα Διονύσου-
προσφορά στον εσπερινό
κάποιου μαρτυρίου
μακρινού και ακατάληπτου.
Μιας μεταπολίτευσης τα άστρα
εμέτρησα
στα πολύγωνα, πολύφρακτα
σκαλοπάτια
τις πλαστικές ιριδίζουσες αψίδες
και τους κίονες
με τις τραχιές χαραγματιές της ιστορίας
Ένοιωσα.
Οι στρατιές των αθώων ριγώντας
παλιννοστούσαν στο εξαγνισμένο
έρεβος.
http://krinis.blogspot.com/
Η άποψη του Μίχου
Να προσέχετε τις ωραίες λέξεις και τα ευρήματα... Είναι σαν την πεπονόφλουδα. Θα σας αδικήσω αν γράψω κάτι περισσότερο, σε μια φάση που το κρίτικαλ έρρορ περνάει μια περίοδο εγκατάλειψης... Γι αυτό στείλτε κάτι ακόμα για να πούμε λεπτομέρειες εκεί.
Η Ρέντον με ειδοποίησε ότι υπάρχει ένα κείμενο ακόμα προς ανάρτηση. Ας μπεί. Είναι κρίμα κάποιος που αποφάσισε να εκτεθεί σε κρίση να μην έχει μιαν απάντηση...
Υ.Γ. Έλαβα ένα ενθαρρυντικό γράμμα... Δεν σκέπτομαι να εγκαταλείψω γιατί δεν το έκανα ως εδώ για προσωπική υπεραξία δημοσιότητας, αλλά για να δοκιμάσω πιο πολύ την ευγένεια...
Τα πράγματα για μένα είναι απλά.
Βάζεις σ' ένα ψαχτήρι τη λέξη ποίηση και διαβάζεις... Και το Σαραντάκο μόνο να βρεις θέλεις χρόνια να τον εξαντλήσεις. Και βέβαια το καθημερινό πέρασμα από το Στίχοι τζι αρ.
Και το Σπουδαστήριο του Σαββίδη έχει πολλά. Διαβάζεις, διαβάζεις , διαβάζεις... Κάθε τι που θ' ανακαλύψεις μόνος σου αξίζει όσο δέκα τόμοι φιλολογικών μελετών... και ότι σου αρέσει μάθε το απέξω.
Όσο για τα πεζά, να αργείτε και να επιβραδύνετε κάθε έρωτά σας για κάποιο συγγραφέα... Αργά, αργά. Από μία άποψη η τέχνη της γραφής είναι κατατεθειμένη σε κάθε μυθιστόρημα αν το μικροσκοπήσεις... Αποφύγετε τα ευπώλητα, είναι γραμμένα σε μπαμπινιώτικα στην πλειοψηφία τους και τις πιο πολλές φορές είναι λευκοπλάστες για τις απωθημένες κοινωνικές μας αδεξιότητες και έχουν μια εμφανή και ψυχαναλυτικά ερμηνεύσιμη επιθυμία αυτοδιακαίωσης. Και να εμπιστεύεστε τις προσωπικές κρίσεις που βγαίνουν από το συγχρωτισμό με τα κείμενα. Μη χάνετε πολύτιμο χρόνο διαβάζοντας λογοτεχνικά ένθετα εφημερίδων. Με το επίπεδο του σημερινού τύπου, μόνο ένας αφελής θα συνέχιζε να δίνει το χρόνο του διαβάζοντας εφημερίδες. Για όποιον έχει λογοτεχνικές φιλοδοξίες απαγορεύεται...:)
Η πεζογραφία είναι διεθνές παιχνίδι ρουλέτας στα πονταρίσματα του οποίου η ελληνική γλώσσα δεν συμμετέχει... Γι αυτό ξεπέφτει στον εγχώριο τυχοδιωκτισμό μπας και σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και τα πιάσουμε... 23.000 κιόλας εξυπνάκηδες, ίσως και μ' αυτούς εκείνος που θα τελειώσει αυτή την αθλιότητα συνωστίζονται στα γραφεία των εκδοτών προς ανάγνωση... Είναι να αλλάζεις άλογο σου λέω... Εκτός κι αν είσαι κατάδικος της γραφής... οπότε αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλλων... Όπως το πάμε, σε λίγο θα γίνονται διαγωνισμοί Ασεπ για το ποιός θα εκδόσει... Για μένα η πεζογραφία έχει ξεμείνει μεταξύ Ίταλο Καλβίνο και Ζωρζ Περέκ... και δεν βλέπω προ πάντων στην Ελληνική ούτε καν την υποψία για το τι συμβαίνει... Μονάχα συνωστισμός από λαμόγια της πέννας για να τσιμπήσουν τα ψιλά που ξεπέφτουν από τις μεγάλες μάσες για τον πολιτισμό... Διαβάστε Αξιώτη για παράδειγμα για να δείτε πόσο αναχρονιστικά είναι τα βραβεία και τα ευπώλητα των ψωνισμένων και κινουμένων από αδράνεια αναγνωστών...
Γι αυτό η μαρτυρία του Κωσταντίνου Τζούμα έχει τη γνησιότητα του ύφους που δεν καταφέρνουν οι επαγγελματίες πεζογράφοι... και τη διψάει ένα κοινό βαριεστημένο από διάφορες παπάρες μετά βιογραφικών και τιμών του χρηματιστηρίου της ανάγνωσης...
(Είναι μια άποψη σχηματική ίσως αυτά που γράφω, αλλά περιεκτική... Δεν υπογράφει ο πάπας, αλλά κάποιος που στο βαθμό που υποψιάζεται αναυθεντικότητα δεν συγκατανεύει... οπότε έχει όρια και διακινδύνευση να συμφωνεί κάποιος ή να μη συμφωνεί.)
Αναρτήθηκε από angeliki marinou στις 3/17/2008 07:34:00 μ.μ. 1 σχόλια
Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2008
Μέζα - Το Κοσμοπολίτικο Πτώμα που ταξίδευε
Ήταν μια φορά ένα Κοσμοπολίτικο Πτώμα. Που ταξίδευε.
Όλοι του λέγανε : ' Koσμοπολιτικο Πτώμα, δεν γίνεται να ταξιδεύεις. Δε γίνεται να είσαι Κοσμοπολίτικο. Αφού είσαι πτώμα.»
Όμως αυτό απαντούσε: "Όχι. Γίνεται"
"Mα Κοσμοπολίτικο πτώμα", ξανάλεγαν όλοι, "πως γίνεται να ταξιδεύεις; Πως γίνεται να είσαι Κοσμοπολίτικο; Αφού είσαι πτώμα"
Το Κοσμοπολίτικο πτώμα γελούσε και ξανάλεγε:
"Γίνεται."
Και ξαναγελούσε λίγο.
Όπου και να πήγαινε, όλοι έβρισκαν το Κοσμοπολίτικο πτώμα θανάσιμα γοητευτικό. Τον καλούσαν στα καλύτερα σαλόνια. Έβρισκαν πως διηγιόταν πολύ νόστιμα, αν και οι κύριες βιάζονταν να τελειώσει την διήγηση του για να τις σηκώσει να χορέψουν.
Γιατί το Κοσμοπολίτικο πτώμα ήταν θαυμάσιος χορευτής, και τις κύριες δεν τις ένοιαζε καθόλου αν σκάλωνε κανένα κομματάκι από τη Μύτη η το Χέρι του στα φορέματα τους. Το αντίθετο μάλιστα. Το έπαιρναν και το φυλούσαν μέσα σε μεταξωτά σακουλάκια αρωματισμένα με γιασεμί, και κάθε βράδυ το έβαζαν κάτω απ το μαξιλάρι τους κι αναστέναζαν γλυκά. Και δεν τις σταματούσε ούτε το ροχαλητό του κύριου στο διπλανό μαξιλάρι. Μάλιστα, όσο πιο δυνατό ήταν το ροχαλητό του ενός μαξιλαριού, τόσο πιο βαθιά αναστέναζε το άλλο.
Μα και οι κύριοι εκτιμούσαν πολύ το Κοσμοπολίτικο πτώμα. Οι νεότεροι έβρισκαν σε αυτό ένα πρότυπο, και οι γηραιότεροι μια γλυκιά ενθύμηση της νεοτητος των.
Και μια μέρα, το Κοσμοπολίτικο Πτώμα εξαφανίστηκε!
Στην αρχή κανείς δεν ανησύχησε. Είπαν ότι κάπου θα ταξιδεύει και θα κοσμοπολιτευεται. Όμως ο καιρός περνούσε, και κανείς δεν είχε νέα του. Ο κόσμος άρχισε να ανησυχεί.
Και δεν μπορούσαν καν να κολακευσουν τον εαυτό τους λέγοντας ότι πέθανε! Το Κοσμοπολίτικο πτώμα ήταν ήδη πτώμα και δεν μπορούσε να πεθάνει. Απλώς τους είχε βαρεθεί.
Οι κυρίες έκλαιγαν στα μαξιλάρια τους απαρηγόρητες, ενώ οι καμαριέρες προσπαθούσαν να τις συνεφέρουν με άλατα και ζεστά χαμαίμηλα.
Οι κύριοι εσφιγκαν τα δόντια τους πίσω από τα περιποιημένα τους μουστάκια και αντάλλασσαν βουβές ματιές απόγνωσης. Που πήγε;
Ο κόσμος δεν άργησε βέβαια να βρει την διέξοδο απ' αυτήν την κοινωνική κρίση. Το Κοσμοπολίτικο Πτώμα είχε αναληφθεί εις τους ουρανούς, και θα επέστρεφε όταν ερχόταν το πλήρωμα του χρόνου!
Ο καιρός περνούσε, και ο θρύλος του Μεσσία-Κοσμοπολίτικου Πτώματος όλο και μεγάλωνε. Στο τηλεμαρκετινγκ, κανείς δεν προσπαθούσε να πουλήσει φυλαχτά με κομματάκια Τιμίου Ξύλου. Κανείς δεν ασχολούταν με το ζήτημα γνησιότητας της Ιεράς Σινδονης. Τώρα πια, όλοι προσπαθούσαν μανιωδώς να αποκτήσουν ένα κομματάκι από τη Μύτη η το Χέρι του Κοσμοπολίτικου Πτώματος. Κι επειδή ήταν οι κυρίες που τα είχαν κρατήσει ως φυλαχτά, αυτό τις έφερε σε θέση ισχύος, και είχαμε μια αναβίωση της μητριαρχικής κοινωνίας.
Προέκυψε κι ένα μεγάλο, πανανθρώπινο ντιμπεητ, για την κλωνοποιηση η μη του Κοσμοπολίτικου Πτώματος απ' τα εν λόγω κομματάκια. Οι παγκόσμιες συρράξεις αποφευχθησαν την τελευταία στιγμή, όταν μια κυρία ισχυρίστηκε ότι είδε Όραμα με το Κοσμοπολίτικο Πτώμα, το οποίο της παράγγελνε να πει στους ανθρώπους να σταματήσουν αμέσως τις εχθροπραξίες και να χορέψουν όλοι χαλι-γκαλι γιατί αυτό ήταν το θέλημα Του. Καθώς αυτή η κυρία είχε στην κατοχή της το μεγαλύτερο κομματάκι από τη Μύτη του, ο λόγος της θεωρήθηκε εγγύηση, και η κασέτα της Φίνος Φιλμ με τη Βουγιουκλάκη να άδει και να χορεύει:
«Μοντέρνος, ζωηρός, αληθινός χορός, ελάτε πάλι στο χαλι-γκαλι»
εξαφανίστηκε εν ριπή οφθαλμού από την αγορά.
Και το Κοσμοπολίτικο Πτώμα; Το Κοσμοπολίτικο Πτώμα παρακολουθούσε ικανοποιημένο τις εξελίξεις. Έβγαινε πια μόνο το βράδυ (με κίνδυνο να θεωρηθεί βαμπίρ, αλλά προσοχή! Δεν ήταν βαμπίρ, ήταν Πτώμα), για να διαβάσει τι λέγαν η εφημερίδες γι' αυτό.
Και ο καιρός περνούσε, και ο θρύλος του Κοσμοπολίτικου Πτώματος όλο και μεγάλωνε.
Είχε έρθει πια το πλήρωμα του χρόνου, η στιγμή προς την οποία είχε πλάσει τα σχέδια του το Κοσμοπολίτικο Πτώμα. Το Κοσμοπολίτικο Πτώμα μπορούσε να ξανακάνει την εμφάνιση του, και να αναλάβει τη θέση του Παγκόσμιου Ηγέτη.
Αλλά τελικά βαρέθηκε, και προτίμησε να πάρει έναν υπνάκο.
http://tsigaramaseskaialcohol.blogspot.com/
Η παραβολή του κοσμικού πτώματος σκοπεύει να αποκαλύψει ένα μηχανισμό. Και μια και είσαι μπορισβιανικός έχεις καταλάβει ότι το μεγαλύτερο ζήτημα είναι η επιλογή του στόχου. Ο στόχος πρέπει να έχει συνοχή και να αποτελεί κάτι αξιοσέβαστο... και θέλει εξαντλητική εφευρετικότητα για να διεκπεραιώσεις μια παρωδία. Το μειονέκτημα εδώ είναι ότι ο στόχος γίνεται πολύ γενικός και στο τέλος παρωδείς και τις ίδιες τις προθέσεις σου. Για δοκίμασε να παρωδήσεις ένα γάμο υπό την προοπτική του ότι στατιστικά σε περίπου δυο χρόνια θα καταλήξει σε διαζύγιο. Θέλω να πω ότι αν σε ενδιαφέρει να καλλιεργήσεις την παρωδία ξεκίνα από μικρούς ορίζοντες στα θέματά σου και δοκίμασε τη φαντασία σου. Μια σειρά διηγήματα πάνω σε θεσμούς π.χ. Το μπάρ, η ουρά στην τράπεζα, ο ενημερωμένος για τις πολιτικές συνομωσίες, ο πωλητής βιβλίων στην τηλεόραση και πάει λέγοντας. Κοινωνιολογικά μιλώντας η λογοτεχνία της παρωδίας δεν είχε τύχες στην Ελλάδα κυρίως γιατί η ίδια η πραγματικότητα είναι παρωδική εδώ κι αυτό είναι μια επιπρόσθετη δυσκολία. Τη ρυθμολογία για να παράγεις το εφέ την κατέχεις κάμποσο. Ψάξε κι άλλο.
Αναρτήθηκε από angeliki marinou στις 1/28/2008 08:35:00 π.μ. 11 σχόλια
Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2008
Μιχάλης Μαραγκάκης - Αυτοκαταργούμενο άτιτλο
Ο Απόλλωνας στηριζόμενος στην ασυλία που του πρόσφερε η θεϊκή του ιδιότητα, αδιαφορούσε για την αγωνία που πρόσφερε απλόχερα στις θνητές ερωμένες του. Δεν τον ένοιαζε τί θα γράψει η Ιστορία για αυτόν. Τροφή της έδινε να γεμίσει τα ανόητα συγχωροχάρτια της και τις άδειες, από έρωτα, ώρες της. Δεν το ομολογούσε, όμως η αφοσίωσή της στην καταγραφή όσων η αεικίνητη ματιά της ανακλούσε, τον εξέπλησε, τον τρόμαζε και του επέβαλε το σεβασμό. Την αισθανόταν συνεχώς πλάι του, ούριο άνεμο στο βήμα του.
Αυτή, με την πλεξούδα της μαζεμένη κάτω από το μαντίλι της, με τα παλαιομοδίτικα γυαλιά της και το χυμένο πακτωλό στραβοραμμένων ρεταλιών στο ανέγγιχτο κορμί της, έγραφε, έγραφε, έγραφε… Πίσω από την κρυστάλλινη μνήμη, την αετίσια ματιά και την ταχύτητα του μολυβιού της επέλεξε να κρύψει τον δικό της ανεκπλήρωτο ερωτισμό, τα ανείπωτα ψιθυρητά και τα άγρυπνα βράδια. Κάτω από το επιληπτικό φως της πανσέληνου και την αναποφάσιστη συννεφιά του Σεπτέμβρη θάφτηκε η νιότη και η δροσιά της.
Κι όμως, σε αιματόχρωμες ανατολές και δύσεις, αναζητούσε αυτόν που θα έσπαγε την κατάρα της. Αυτόν που θα σκάλωνε το βήμα του σε απότομη κορφή να τραγουδήσει στον ίσκιο του. Τον ίδιο που θα έτρεχε αλλοπρόσαλλα στα στενά, θα άραζε αποκαμωμένος στις χορταριασμένες γωνιές τους, θα καθρέφτιζε, με φόντο χελιδονοπετάγματα, την εκστασιασμένη όψη του σε λασπόνερα, αδιαφορώντας για απορημένα πρόσωπα περαστικών, για ειρωνικά σχόλια άλλων, για τα τρομαγμένα πρόσωπα όλων στην ξαφνική παρουσία του διαφορετικού, του αυθόρμητου.
Δεν ήταν μακριά, δεν ήταν κοντά τούτες οι ώρες για κανένα. Η Ιστορία αγέραστη, κρυφέλπιδα περίμενε. Το καλύβι της σε πρόποδες βουνού, όχι παραμυθένιου. Πού ήταν οι θαρραλέοι να τρυγήσουν το ολόγιωμο φεγγάρι; πού ήταν οι ονειροπόλοι να απαρνηθούν έστω και για λίγο το σοβαροφανές, ψυχρό και αταίριαστο ύφος που τους φόρτωσε η ηλικία, η κοινωνική τους θέση και να παλινπαιδίσουν αναπολώντας;
Οι κόρες της Ιστορίας – ξερονήσια κυκλωμένα από το θαλασσινό γαλάζιο του μανδύα - ρουφούσαν καθετί που φώτιζε ο ήλιος, το κερί, το φανάρι, καθετί που έκρυβε το κλειστό παντζούρι και η γροθιά. Αεικίνητες κόρες έπεφταν σε βράχους και στρώματα, σάρωναν δρομίσκους, κλειδώνονταν σε παλιές και τωρινές φυλακές, κρύβονταν πίσω από άγιες Τράπεζες. Έπειτα, αγγελιοφόροι αποκαμωμένοι, απίθωναν την πραμάτεια τους να την ξεδιαλύνει η γραφή και να την εναποθέσει συγυρισμένα στο χαρτί. Τα βλέφαρα βαριά, δε συναντιούνταν, δάχτυλα πλεγμένα με το μολύβι και γράμματα ολοστρόγγυλα.
Μέσα της όμως, σκέψεις πάλευαν να σιμώσουν την καρδιά, να την εγείρουν, να την κάνουν να ξεχειλίσει από προσδοκία για νίκη και ετοιμότητα για μαρτυρία. Κι αυτή θέριευε, ξερνούσε το αίμα και προσπαθούσε να περάσει τα ξύλινα τείχη που ήταν ορθωμένα γύρω της. Γινόταν αγρίμι και με δαγκωματιές πλήγωνε το ξύλο. Ύστερα από λίγο, πονούσε, κουραζόταν. Γινόταν λίθος και κουτουλούσε πάνω τους να τα γκρεμίσει. Ραγισμέμνη, σωριαζόταν χάμω. Άντρας δυνατός στο τέλος, προσπαθούσε να σκαρφαλώσει για να πηδήσει στην άλλη μπάντα. Ίδρωνε, γλιστρούσε, έπεφτε.. Στην αρχική της μορφή και ρόλο, η καρδιά υποτασσόταν, συνέχιζε να αιματώνει το χέρι που έγραφε. Δε μπορούσε δίχως τον παλμό του έρωτα. Μονάχα με αυτόν, θα μετέτρεπε το ξύλινο τείχος σε στάχτη, στην οποία θα απόθετε περήφανα το ίχνος του ποδιού της. Μέχρι τότε, η Ιστορία στο μυαλό και την καρδιά είχε δικό της δεκάλογο.
Η ιστορία οφείλει να συνεχίσει να καταγράφεται.
Οφείλει να αποτελεί μέρος που εναποτίθενται όλες οι στιγμές με μοναδικό κριτήριο την αλήθεια, το δίκαιο.
Οφείλει να κρατά αποδείξεις.
Οφείλει να αποτελεί αντίβαρο των ανθρώπινων αδυναμιών.
Οφείλει να αποτελεί ανεπηρέαστο δικαστή, αξιόπιστο μάρτυρα και δημόσιο κατήγορο.
Οφείλει να απονέμει το δίκιο και να κατακρίνει το άδικο, το ψέμα, την υποκρισία.
Οφείλει να αποτελεί φόβητρο των ανθρώπων και των θεών ακόμα.
Οφείλει να θυμίζει στους κατοπινούς αιώνες το παρελθόν.
Οφείλει να αποτελεί καταφύγιο των κατατρεγμένων, των αδικημένων και των υποδουλωμένων.
Ψίθυροι γίνονταν τούτες οι σκέψεις και τρύπωναν στ' αυτιά της, μικρόβιο και φώλιαζαν στα κύτταρά της. Οι ενοχές πλήθαιναν. Η καρδιά κατσούφιαζε, ξεγελιόταν, ημέρευε. Ακουμπούσε την πλάτη της στο τείχος που μέχρι πριν λίγο πάλευε να γκρεμίσει. Τελευταία σκέψη ερχόταν να θέσει άλλο ένα δοκάρι.
Σωστές εντολές, δε μπορείς να τις παραβλέψεις.
Προδοτική, δέκατη ανέβαλλε οποιοδήποτε εναλλακτικό τέχνασμα. Η κραυγή που είχε φτάσει ως τα χείλη και η βαθιά ανάσα κρούβονταν, οπισθοχωρούσαν, γαντζωνόντουσαν απ' όπου έβρισκαν και έμεναν εκεί μέχρι την επόμενη ανταρσία. Χλεύαζαν τις ανάσες που πήγαιναν και ερχόντουσαν έτσι απλά για να κρατήσουν την ύλη στη ζωή.
«Όλες οι ανάσες πρέπει να ορθώνουν το στήθος μέχρι εκεί που μπορεί, πρέπει να βυζαίνουν απ' τα στήθη ιαχές απελευθέρωσης. Άμα το σώμα είναι υπόδουλο, τότε τί του χρειάζονται οι ανάσες; Τάφο θέλει, λησμονιά και ευχή να μην εμφανιστεί τούτο το χτικιό ξανά».
Η καρδιά, στο γνωστό της ρόλο, καρτερούσε για επόμενη, επιτυχημένη εξέγερση. Το μπλε του μανδύα των ματιών αγκάλιαζε και πάλι με στοργή την κόρη, όπως η θάλασσα το ξερονήσι. Τραβιόταν πίσω, φανέρωνε λίγη στεριά. Φούσκωνε και έκανε βυθό λίγη ακόμα γη. Και φτου κι απ' την αρχή.
http://www.mantinadeskaipeza.blogspot.com/
Η άποψη του Μίχου
Για να στηρίξετε ένα τέτοιο κείμενο θα πρέπει να κάνετε μιαν επώδυνη αναγνωστικά αλλά και συναρπαστική περιδιάβαση σ' αυτό που λέμε Φιλοσοφία της Ιστορίας... Για να μείνω στο Χέγκελ, ο ίδιος στη δική του Φιλοσοφία της Ιστορίας, έχει σελίδες που θα σας έκαναν να ανατριχιάσετε για την ποιητική δύναμη των γραφομένων του. Σε κάποιον αναγνώστη που τα ξέρει όλα αυτά έχετε λοιπόν το δύσκολο καθήκον να συνομιλήσετε με όλα τα κείμενα φιλοσοφίας της ιστορίας που του είναι γνωστά.
Αν σας γοητεύει ακόμα το εύρημά σας ρίξτε μια ματιά σε κάποιο από τα εγχειρίδια φιλοσοφίας της ιστορίας που κυκλοφορούν. Εκεί θα δείτε ότι έχουν γίνει ικανές προσπάθειες να δοθεί ένας μπούσουλας στη συσσώρευση των γεγονότων. Μη λησμονήσετε να βρείτε και κάποια σχολιασμένη έκδοση των θέσεων για τη φιλοσοφία της ιστορίας του Βάλτερ Μπένγιαμιν. Και μόνο από το κείμενο για τον Άγγελους Νόβους θα σας ανταμείψει. (Μπορείτε να το βρείτε και στο μπλογκ μου με μιαν αναζήτηση.)
Έτσι βρίσκομαι μάλλον να σας συμβουλεύω περισσότερο σαν πολιτικός επιστήμονας και μελετητής των ουτοπιών, και που υπήρξαν οι σπουδές μου οι ακαδημαϊκές.
Στη λογοτεχνία μας υπάρχουν ικανές αναφορές για να λάβετε μια γνώση με πρώτη την Ασκητική του Καζαντζάκη που μου έρχεται στο νου. Σαν δείγμα αυτού που λέμε λογοτεχνία με φιλοσοφικό υπόβαθρο.
Ξέρω ότι είναι μεγάλο το ξεστράτισμα για την μικρή ιστορία σας, αλλά για να έχετε μια ιδέα σε ποιά παράδοση χτυπάει το κείμενό σας και κυρίως για να δείτε τι θα έκανα στη θέση σας.
Κάποια από αυτά που σας έγραψα ελπίζω να γίνουν εναύσματα... Και κρατήστε την επιθυμία για πρωτοτυπία...
Όταν προσεγγίσετε τα κείμενα που σας πρότεινα θα καταλάβετε γιατί για την ώρα δεν σας έκανα καμιά παρατήρηση αφηγηματικής τάξεως. Κάποιες από τις παρομοιώσεις σας τις βρήκα δραστικές...
Αναρτήθηκε από angeliki marinou στις 1/14/2008 08:32:00 π.μ. 2 σχόλια
Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2007
wpleftyboy - Δ Δ ΔΑΙΜΟΝΕΣ απ' το Δ Δ ΔΙΑΣΤΗΜΑ
Η ξανθιά γιατρός σταύρωσε τις καλοσχηματισμένες γάμπες της δίπλα στο κεφάλι μου και δήλωσε:
"Πρέπει να αντιμετωπίσεις τους φόβους σου, να νικήσεις τους δαίμονες που σε βασανίζουν, να δεις το πρόσωπό τους, να τους κοιτάξεις στα μάτια, να απελευθερωθείς."
Θολούρα …"ψηλοτάκουνες γόβες …πολύ πουτανίστικες γκαύλα μου".
Συνήλθα εντελώς.
Ήμουν ξαπλωμένος στο ίδιο κρεβάτι κάθε Πέμπτη στις εφτά το βράδυ τις τελευταίες πέντε εβδομάδες. Η ψυχολόγος μου ήταν μια σεξουάλα, βυζαρού, πρασινομάτα με κατάλευκο δέρμα και ο λόγος των επισκέψεών μου ,ειδικά σ' αυτή, είχε να κάνει κατά ένα μέρος με την ιατρική της ιδιότητα και κατά ένα άλλο με τη φήμη, ότι είχε γαμήσει κάνα δυο ασθενείς της πάνω στο ίδιο μαύρο δερμάτινο ανάκλιντρο που ξάπλωνα για να της διηγηθώ τις φοβίες μου και να θεραπευτώ από αυτές. Είχα την εντύπωση , πως η θεραπεία μου από τον τραυλισμό και τους απαίσιους εφιάλτες που με κυνηγάνε από παιδί, θα ήταν , μια και δεν πίστευα ότι είχα και τίποτα σοβαρότερο απ' ότι όλοι οι γνωστοί μου, ένα γερό χύσιμο μέσα στο σφιχτό κορμί της γιατρού, παρά οτιδήποτε άλλο. Άλλωστε είναι γνωστό, ότι ένα γερό γαμήσι με μια τριαντάρα κούκλα θεραπεύει πάσα νόσο και πάσα μαλακία. Η μήπως είναι, ότι μια γερή δόση μαλακίας θεραπεύει πάσα νόσο μιας τριαντάρας κούκλας... η μήπως είναι, ότι μια γερή μαλακία θεραπεύει έναν τριαντάρη απ' τις φαντασιώσεις για ένα γερό γαμήσι με μια σφιχτοκώλα ψυχολόγο.... όπως και να χει το πράγμα, δεν πολυπίστευα ότι είχα ανάγκη από ψυχανάλυση, αλλά από γκόμενα και μάλλον έπρεπε να σταματήσω να βλέπω τσόντες με νοσοκόμες και γιατρίνες.
Ήταν λοιπόν η πέμπτη επίσκεψή μου στην κυρία Ανίτα. Σύμφωνα με την άποψή της, αυτή η επίσκεψη μου θα ήταν πολύ σημαντική, γιατί θα της διηγούμουνα τα σχετικά με κάτι εφιάλτες, που έβλεπα τα τελευταία είκοσι χρόνια. Είχαν αρχίσει αμέσως μετά το αυτοκινητιστικό δυστύχημα απ' το οποίο είχα σωθεί, όταν ήμουν δώδεκα, μαζί με τον ξάδερφό μου τον Νίκο και στο οποίο είχαν χάσει τη ζωή τους η μάνα του η θεία Τζούλια , ο πατέρας του ο θείος μου ο Ντίνος και ο μεγαλύτερος αδερφός του Νίκου , ο συνομήλικος μου ο Ζήνων. Αυτό έκανε τον Νίκο μοναδικό κληρονόμο μιας τεράστιας περιουσίας, που περιλάμβανε ναυτιλιακές επιχειρήσεις, σπίτια σ' όλον τον κόσμο και καταθέσεις δισεκατομμυρίων σε ελβετικές τράπεζες. Ο πατέρας μου ανέλαβε με χαρά , παρά το βαρύ πένθος ,την κηδεμονία του μικρού ανιψιού του κι εγώ έπαιξα το ρόλο του μεγάλου αδερφού του μέχρι να ενηλικιωθεί...μετά ο Νίκος ανέλαβε την κηδεμονία όλων μας και ιδιαίτερα τη δική μου καθώς ήταν φανερό από νωρίς , ότι όλη μου τη ζωή θα ήμουν το αργό άλογο της οικογένειας (για να μην πω γαϊδούρι....και μη με κοροϊδεύετε γιατί ξέρετε ότι τα γαϊδούρια φημίζονται και για κάτι άλλο εκτός από την ταπεινότητα και το πείσμα τους και έχω αρκετό και από αυτό) .
Εκεί στην Ελβετία που σπούδαζε (ενώ εγώ έτρωγα ελάχιστα απ’ τα λεφτά του σε αλκοόλ και γυναίκες βρισκόμενος σε μόνιμες διακοπές , ανίκανος για οτιδήποτε έχει σχέση με δουλειά ή σπουδές σε πλήρη αντίθεση με το Νίκο που ήταν πάντα μεγαλοφυΐα), είχε γνωριστεί και με την κα Ανίτα. Καθώς μου είπε, σπούδαζαν στο ίδιο κολέγιο και υπήρξε κάποτε γκόμενά του. Τυχερός πάντα ο ξάδερφος με τις γυναίκες και γενικά , κωλόφαρδος μια ζωή ...αν εξαιρέσουμε το ατύχημα βέβαια . Αυτός μου την είχε συστήσει για την θεραπεία, αφού του είχα εξομολογηθεί μέρος απ' τους εφιάλτες μου. Ισχυριζόταν ότι τον είχε θεραπεύσει από παρόμοια συμπτώματα στο παρελθόν και ότι έκανε φανταστικά τσιμπούκια. Βέβαια αυτό το τελευταίο, πρέπει να το είπε γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχε περίπτωση να πάω σε τρελογιατρό χωρίς έξτρα κίνητρο. Πόσο καλά με ήξερε ο μπαγάσας! Αυτό που μάλλον αγνοούσε, ήταν ότι ο καλός επαγγελματίας δεν συνάπτει ποτέ ερωτική σχέση με τον πελάτη. Είναι σ' όλες τις ταινίες με ψυχιάτρους αυτό.
Πάντως το γεγονός ότι ήμουν ξαπλωμένος στο ανάκλιντρο και είχα ελαφρές σηκωμάρες, αποδείκνυε ότι η κακή επαγγελματική φήμη της ξανθιάς με τις υπέροχες μπούκλες, που μου έδειχνε τις ποδάρες της σε γκρο πλαν κάθε Πέμπτη βράδυ τον τελευταίο ενάμιση μήνα, ενώ εγώ ήθελα να ζουμάρω στο άσπρο της κιλοτάκι, μέχρι η μύτη μου να το χαϊδέψει , δε με πολυπείραζε. Αυτό που με πείραζε, ήταν ότι οι συνεδρίες τελείωναν και δεν την είχα καταφέρει ακόμα. Το κωλόπαιδο ο Νίκος, επέμενε ότι η γιατρός ,δόκτωρ της ψυχολογίας του πανεπιστημίου του Μισκατόνικ παρακαλώ, θα μου την έπεφτε απρόκλητα και αποφασιστικά από μέρα σε μέρα. Εγώ δε βιαζόμουν, γιατί ο καλός μου ξαδερφούλης είχε αναλάβει και τα έξοδα της όλης φάσης. Και που στα σκατά είναι το Μισκατόνικ , έχω γυρίσει όλα τα χιονοδρομικά της Ελβετίας κι έχω φάει τόσες Ελβετικές τρύπες (όχι μόνο τυριού) ,αλλά δεν άκουσα ποτέ τίποτα γι αυτό ....anyway ποιος νοιάζεται τώρα πια .....η σχολή που μ’ ενδιέφερε πάντα περισσότερο , μοσχοβολούσε λίγα εκατοστά μακριά απ’ τη μύτη μου , ανάμεσα στους λευκούς μηρούς της , λίγο πιο πίσω απ’ τις όμορφες γάμπες της .
"ΚΑΙ ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΝΑ ΚΟΙΤΑΖΕΤΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ", μου φώναξε, "θα στραβολαιμιάσετε".
Αφού σας ενδιαφέρει τόσο πολύ η υγεία του λαιμού μου γιατρέ, φέρτε την καρέκλα σας λίγο πιο μπροστά, για να μη χρειάζεται να γέρνω προς τα πίσω και φέρτε και κάνα μπουκαλάκι απ το καλό, για να ρίξω λίγο μέσα στο λαρύγγι μου να ζεσταθεί και πιείτε και σεις λίγο για να χαλαρώσετε και να το ευχαριστηθείτε, σκέφτηκα.
"Σ Σ Συγνώμη γ γ γιατρέ, π παρασύρθηκα", είπα.
"Δε νομίζω να σας έδωσα δικαίωμα για κάτι τέτοιο", είπε αυστηρά.
Παλιοπουτάνα, θα τον σκίσω το Νικολάκη αν δε μου κάτσεις και σήμερα ξανασκέφτηκα.
"Λοιπόν, είστε έτοιμος να αρχίσετε?".
Αν με ρωτούσε "είστε έτοιμος να χύσετε" θα απαντούσα σίγουρα ναι.
"Ν Ν Ναι, είμαι ε ε έτοιμος", είπα… να χύσω , σκέφτηκα .
Μου ένευσε ν' αρχίσω (δυστυχώς όχι να χύσω) και πάτησε το κουμπί του ψηφιακού δημοσιογραφικού μαγνητοφώνου της.
Προσπάθησα να ελέγξω τη γκαύλα και ν' αρχίσω την πάρλα. Σκέφτηκα λίγο, έκλεισα τα μάτια και...
" Ει ει είναι σκοτάδδδι και είμαι π π πολύ π π πιτσιρικάς, γύρω στα δ δ δύο τ τ τρία χρονών, α α α ρκουδίζω...".
"Μα νομίζω ότι μου είπατε ότι οι εφιάλτες άρχισαν στα δώδεκά σας μετά το ατύχημα", διαμαρτυρήθηκε.
"Σ ΣΣτο όνειρο είμαι δ δύο-τριών γιατρέ, σας παρακαλώ, π προσπαθώ πολύ εδώ πέρα, μη με διακόπτετε”, είπα με ύφος για να πάρω ρεβάνς. ”Α Αρκουδίζω λοιπόν μέσα σ' ένα σκοτεινό δωμάτιο και χτυπάω το κεφάλι μου σε γωνίες και πονάω και κλαίω, φωνάζω τη μαμά μου, αλλά δε μ' ακούει κανείς. Το σκοτάδι είναι π πηχτό σαν κόλαση και φ φ φοβάμαι ότι κάπου θα πιάσω κάτι τ τριχωτό σα ζώο, η γλοιώδες σαν ερπετό και ότι από κάπου θ' ακούσω ένα φριχτό σύρσιμο, η μια καυτή βρωμερή αναπνοή θα φτάσει στ' αυτιά μου, αλλά ποτέ δε φτάνει και τα χτυπήματά μου στις γ γωνίες γ γίνονται όλο και πιο αγωνιώδη και επ επώδυνα. Κ Κρυώνω π πολύ και ζη η τάω βοήθεια, που κάπως βαθιά μέσα μου το ξέρω ότι δ δεν υπάρχει ελπίδα να έρθει και γι αυτό κλαίω γοερά, με αναφιλητά και ξυπνάω κα κάθιδρος και λ λαχανιασμένος και πα αα ννικόβλητος."
"Αυτό είναι όλο;", με ρώτησε σχεδόν απογοητευμένη η γιατρίνα.
"Εεεεεε, το π π πρώτο...", διαμαρτυρήθηκα.
"Συνεχίστε σας παρακαλώ", με διέταξε.
"Είμαι σ' ένα φ φλεγόμενο ξύλινο φ φρούριο από μ μ μυτερούς κορμούς δέντρων, που πολιορκείται από μια φυλή αιμοδιψών, τερατόμορφων ερυθρόδερμων, που είναι βαμμένοι με ε αίμα και κάρβουνο κι έχουν λιμαρισμένα δόντια. Θέλω να πάω να β βοηθήσω μία όμορφη κοπέλα απέναντί μου, αλλά α τ τα πόδια μου είναι καρφωμένα στο έδαφος και κάθε σκέψη για οποιαδήποτε κ κίνηση με β βασανίζει ακόμα περισσότερο και το αίμα στις φλέβες μου παγώνει από τρόμο και β βεβαιότητα ότι θ θα πεθάνω πριν κκαλά καλά κινηθώ. Ξαφνικά το φ φρούριο χ χάνεται και είμαι κκρυμμένος πίσω απ’ την ε εμπριμέ, αδιαφανή κουρτίνα του παιδικού μου δ δωματίου, όπως αυτό ήταν δ διακοσμημένο στα δ δέκα με δ δώδεκά μου χρόνια. Θέλω ν' ανοίξω την μπαλκονόπορτα, πρέπει ν' ανοίξω την μπαλκονόπορτα, δε μπορώ να κάνω αλλιώς. Ξέρω όμως ότι ένας α ασχημομούρης ιι νδιάνος περιμένει να βγάλω το ο κεφάλι μου έξω και να κοιτάξω, για να κατεβάσει το τσεκούρι του, που στάζει ε ε αίμα και να με α αποκεφαλίσει και να μου φάει τα ση η ηκώτια. Είμαι τόσο σίγουρος ότι θα πεθάνω και τόσο α απρόθυμος, που κλαίω μ μέσα στον ύπνο μ μου, αλλά ποτέ δεν ανοίγω την πόρτα, ούτε τολμάω να ξυπνήσω από μ μ μόνος μου, μ μήπως και όλα αυτά συμβαίνουν στην π πραγματικότητα και χ χάσω στ' αλήθεια το κεφάλι και το σηκώτι μου και το κλάμα μου συνεχίζεται για ώρες μέχρι το πρωί, ή μέχρι να με ξυπνήσει η μάνα μου, ή κάποια άλλη που κοιμάται μαζί μου, για να μ μ μ με σώσει απ' το μ μαρτύριο του θανάτου και απ' την αφύσικη ακινησία που με ε εξουθενώνει σ σωματικά και πνευματικά".
"Χμμμμμμ, τα πηγαίνετε καλύτερα τώρα.... αλλά ο ξάδερφός σας μου μίλησε για κάτι το οποίο έχει σχέση με το ατύχημα που είχατε όταν ήσασταν παιδιά. Θέλετε να περάσουμε σ' αυτό?", μου γλυκομίλησε.
"Ξ Ξ Ξέρετε, αισθάνομαι π π πολύ α α α άσχημα όταν μ μιλάω γι αυτό", είπα.
Ξεσταύρωσε τα πόδια της, πλησίασε πιο κοντά μου και μου χάιδεψε τα μαλλιά. Τα βυζιά της απειλούσαν να πεταχτούν έξω απ’ το σουτιέν από στιγμή σε στιγμή ...να μια απειλή που δεν πρέπει να φοβάται κανένας σκέφτηκα...Το άρωμα της με ζάλισε.
Σιχαίνομαι να μου χαϊδεύουν το κεφάλι σα να είμαι παιδάκι αλλά φαντάστηκα ότι ίσως πλησίαζε η ώρα της δικαίωσης μια και είχε γίνει επιτέλους πιο τρυφερή μαζί μου .
"Ελάτε τώρα... μπορείτε νομίζω να το κάνετε αυτό για μένα... και για σας φυσικά", είπε με τόση γλυκύτητα και αφήνοντας τόσα υπονοούμενα ώστε να αγνοήσω την ενόχληση, που μου προκάλεσε το χάδι της στο κεφάλι, καθώς πρέπει να φορούσε και κάποιο δαχτυλίδι με πέτρα σε μέγεθος κεφαλής βλήματος των 9mm, γυρισμένο από μέσα. Ίσως για να μην εκτίθεται στα λαίμαργα μάτια και να μην προκαλεί, όπως συνήθιζε να μου λέει κι ο Νίκος.
Εμένα πάντως ο πλούτος της με προκαλούσε και με διέγειρε ακόμα περισσότερο και ο πόθος μου γι αυτήν φούντωσε τόσο , ώστε αποφάσισα να ανοιχτώ και να της πω πράγματα που δεν είχα πει σε κανέναν, μπας και τελικά γαμήσω. Τι στο διάολο, στο τέλος μπορεί να μου έκανε και καλό αυτή η φάση ...όλοι έχουμε τη δόση μας έτσι κι αλλιώς .
Άντρας είμαι, υπέκυψα στα κάλη της προδίδοντας κάθε αρχή μου. Ξέρετε «ΜΗΝ ΕΜΠΙΣΤΕΥΕΥΣΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΣ ΝΑ ΓΑΜΗΣΕΙΣ» και τέτοια ...της τα είπα λοιπόν όλα .
"Είμαι στο πίσω κ κάθισμα του αυτοκινήτου, μια π παλιά, άνετη, λ λ λευκή μ μερσεντές με μ μπεζ δερμάτινα καθίσματα και παίζουμε με τον Ζήνωνα και τον Νίκο. Εγώ κι ο Ζήνων είμαστε σχεδόν δώδεκα χρονών και ο Νίκος, ο μικρός της παρέας ,δυο χρόνων μωρό ,πραγματικό διαβολάκι όμως, μας κάνει να γελάμε με τα καμώματά του. Είναι βράδυ και έξω ψιλοχιονίζει... όλα γυρω μας είναι άσπρα, μ μαγευτικά, ακίνητα και ο δρόμος ψιλογλιστράει. Ανεβαίνουμε σ' ένα β βουνό και η μ μερσεντές είναι φ φορτωμένη με σκι και μπότες και βαλίτσες γεμάτες ζεστά ρούχα. Φ Φοράμε ο όλοι μάλλινα πουλόβερ, είναι παραμονές Χριστουγέννων και πάμε στο σαλέ του θείου Σπύρου στην Κορτίνα ντ' Αμπέτσο.. Το ράδιο παίζει κάτι στα ιταλικά...ο θείος τραγουδάει V V Volare, oh oh,
c cantare, oh oh oh oh.
Nel blu dipinto di b b blu,
f f felice di stare lassu`. , π πόσο το μισώ αυτό το τραγούδι !
Και γελάει ...γελάει δυνατά ...έχει ρουφήξει α αρκετές τζούρες κονιάκ απ’ το φ φφλασκί του...ο δρόμος είναι όλο στροο φφές... είμαστε πάνω σε μια κατηφορική δεξιά φ φουρκέτα της διαδρομής, είμαστε όλοι εεφ φτυχισμένοι και ο θείοs γέρνει δίπλα, να δώσει ένα πεταχτό, παιχνιδιάρικο φ φφιλί στη θεία Τζούλια , που διαμαρτύρεται και του λέει να φορέσει κι αυτός τη ζώνη του και να προσέχει. Εμείς από πίσω σταματάμε μόνο μια στιγμή τα παιχνίδια, μ μαγεμένοι απ' το θαύμα του φ φφιλιού, που πρόκειται να δούμε , αλλά ο θείος μου ποτέ δεν το κάνει.... έχει το ένα του μάτι στο δρόμο, όπως και η θεία μου και μεις από πίσω διακρίνουμε απ' το μισοθολωμένο παρμπρίζ, μια σκοτεινή, σκυφτή φιγούρα στη μ μέση του δρόμου, αμέσως μετά το τέλος της φ φουρκέτας... η θεία ουρλιάζει, ο θείος φ φρενάρει και το αυτοκίνητο γλιστράει αθόρυβα προς το απροσδόκητο εμπόδιο, ανήμπορο να νικήσει την ταχύτητα, την ολισθηρότητα του χιονισμένου δρόμου και την βαρύτητα. Τελευταία στιγμή πριν πέσουμε πάνω της, η η η φ φ φιγούρα σηκώνεται, πιο σκοτεινή κι απ' το σκοτάδι, πιο μ μαύρη και πιο απειλητική απ' τη νύχτα, πιο μ μεγάλη κι απ τον τρόμο που μας κυριεύει και μας κάνει να ουρλιάζουμε όλοι μ μαζί. Παρ’ όλο που χτυπάμε πάνω της με τόση δ δ δύναμη, που το αυτοκίνητο α α ακινητοποιείται δεν ακούγεται κανένας θόρυβος από τη σύγκρουση κ και είναι τόσο συμπαγής αυτή η ασχήμια, τόσο δ δυνατή η κακία της, που δ δεν μετακινείται ούτε χιλιοστό καθώς ακούγεται μόνο η λλλαμαρίνα που τσαλακώνεται με τη συνοδεία απαίσιων ήχων . Από κει και πέρα υπάρχει μ μ μόνο πόνος."
"Αυτό είναι λοιπόν? Χτυπήσατε πάνω σε κάποιο μεγάλο ζώο?", συμπέρανε η γιατρός.
"Δε δεν τελείωσα γιατρέ και δ δεν είναι τόσο απλά τα π πράγματα ξέρετε... αυτά που θα σας πω από δω και π πέρα δεν τα έχω πει σε κανέναν γιατί φοβάμαι ότι θα με πάρουν για τρελό ή δεν ξέρω γω τι άλλο... τουλάχιστον μμ μυθο μμανή!".
"Απ' όσο ξέρω εγώ μέσω του ξαδέρφου σας, σας βρήκανε τους δυο σας την άλλη μέρα το πρωί μισοπεθαμένους, είκοσι μέτρα μακριά απ' το καμένο αυτοκίνητο, θαμμένους μέσα στο χιόνι και το αίμα, λίγο πριν περάσετε οριστικά το κατώφλι του θανάτου. Τον κρατούσες σφιχτά αγκαλιά και αυτό τον έσωσε.
Μου είπε μάλιστα ότι γι αυτό σου οφείλει παντοτινή ευγνωμοσύνη . Η εκδοχή της αστυνομίας είναι ότι χτυπήσατε σε κάποιο δέντρο αφού βγήκατε απ' το δρόμο. Η σύγκρουση προκάλεσε τη φωτιά και σεις γλιτώσατε, γιατί πεταχτήκατε έξω απ' τ' αυτοκίνητο από μια ευτυχή σύμπτωση. Φαίνεται μάλιστα ότι βλέποντας ότι θα χτυπούσατε τον άρπαξες στην αγκαλιά σου . Βέβαια οι άλλοι τρεις επιβάτες κάηκαν σε σημείο που να μην είναι καν εφικτή η νεκροψία", δήλωσε μελοδραματικά η κυρά-γιατρίνα.
"Έτσι λένε όλοι γιατί δδεν άκουσαν α αυτά που θ' ακούσεις εσύ τώρα κούκλα μου", την προετοίμασα για τη συνέχεια. Δε φάνηκε να την πειράζει καθόλου το “κούκλα μου”. Αν δεν την έριχνα και μ’ αυτό που θα της έλεγα, δε θα έπεφτε με τίποτα.
"Μετά τη σύγκρουση ποονούσα και β βογκούσα, αλλά είχα τις αισθήσεις μου μέχρι εένα σημείο. Η φωτιά δεν προκλήθηκε απ' τη σύγκρουση, α αλλά την άναψε το πλάσμα. Το φριχτό πλάσμα που προκάλεσε και το ατύχημα. Και δεν ήταν ζώο κυρία μου, όχι. Ήταν το τίποτα , ήταν μόνο σκοτάδι, όπως σου είπα... μμ μια μ μαύρη σκιά που άνοιξε τις πόρτες του αυτοκινήτου , έσκυψε μέσα και χάραξε το λαιμό του αναίσθητου θείου μου και της θείας μου, την ώρα που αυτή γεμάτη εε αίματα εε εκλιπαρούσε για τη ζωή των παιδιών της και τη δικιά μου. Με σαδιστικές, αργές κίνησεις έδειχνε να απολαμβάνει κάθε ατέλειωτο δευτερόλεπτο.....και ήταν σαν να μας κοίταζε . Το κρύο που νοιώθαμε απ’ το , ααας το πούμε β βλέμμα του, μια και στην ουσία ήταν μόνο το βαθύτερο σκοτάδι, δεν θέλω να το νοιώσω ποτέ πια . Ήταν ένα κρύο φερμένο από κάποιο άλλο κόσμο που σε πάγωνε πρώτα από μέσα . Μπροστά του ο χιονιάς ήταν ένα καλοκαιρινό, δροσερό αεράκι . Α αφού τελείωσε, ήρθε στα πίσω καθίσματα και χάραξε πρώτα το λαιμό του Ζζηήνωνα. Το αίμα του τινάχτηκε σαν σιντριβάνι πάνω μου. Τον χάραζε και με κοίταζε. Με κοίταζε και ε ένοιωθα κάθε σπίθα θέλησης για ζωή να μ’ εε εγκαταλείπει . Το μόνο που ήθελα ήταν να πεθάνω και να γίνω δικός του μια ώρα αρχύτερα. Το φτωχό παιδί ήταν ήδη αναίσθητο και δεν κατάλαβε τίποτα. Μετά χάραξε το Νίκο. Στο λαιμό… α αργά αργά και το αίμα του τινάχτηκε μ’ ένα ζωηρόχρωμο, κόκκινο πίδακα πλημμυρίζοντας το πίσω κάθισμα , εμένα και τον ήδη νεκρό συνομήλικο ξάδερφο μου. Δεν ακούστηκε σχεδόν τίποτα ... είχε χάσει κι αυτός τις αισθήσεις του πολύ νωρίτερα. Μετά το πλάσμα ββ ου ούτηξε το δάχτυλό του, το οποίο έλαμπε με χρώματα που ευτυχώς δεν ξαναείδα ποτέ από τότε, σε τίποτα πάνω στη γη, μμ εέσα στο τραύμα του λαιμού του Νίκου και έφερε το δάχτυλό του προς τα κει που θα έπρεπε να ήταν το στόμα του, αν είχε πάνω του ίχνη ανθρώπινης φύσης. Όλα αυτά σιωπηλά, χωρίς ν' ακουστεί ο παραμικρός ήχος απ' αυτό το τέρας, εκτός από το αίμα που αάφριζε. Μόνο ανεξίτηλες ,εκκωφαντικές ροζ φφ υυσαλίδες έσκαγαν στ΄αυτιά και στα παιδικά μου μάτια….ζζζωηρό, κόκκινο αίμα έτρεχε σε πορφυρά ρυάκια πάνω στα μπεζ καθίσματα, στραγγίζοντας από τους συγγενείς μου κάθε ίχνος ζωής . Μια λάμψη με εναλλασόμενα χρώματα, φερμένα έξω απ’ αυτόν τον κόσμο, έκανε το δάχτυλο να ξεχωρίζει απ' το σκοτεινό σώμα του πλάσματος, κι ένα μεγάλο πετράδι δδεε μένο σ' ένα δδ ααχτυλίδι ακτινοβολούσε παγωνιά και θάνατο . Μετά θα πρέπει να μας έσυρε έξω και να έκαψε ότι είχε μείνει από το αυτοκίνητο και τους νεκρούς . Το χιόνι που έπεφτε θα κάλυψε τα υπόλοιπα ίχνη. Πάντως δεν πεταχτήκαμε από καμιά καλή τύχη έξω και πως θα γινόταν αυτό χωρίς να χτυπήσουμε αφού έκανε πολύ κρύο και είχαμε όλα τα παράθυρα κλειστά και μάλιστα εγώ φορούσα ζώνη ασφαλείας".
Μόλις τέλειωσα την τελευταία μου φράση, η όμορφη γιατρός έσκυψε προς το μέρος μου για να ξαναχαϊδέψει τα μαλλιά μου. Αντανακλαστικά τράβηξα το κεφάλι μου μακριά απ’ το χέρι της. Αυτή τη φορά ένοιωσα μια ανατριχίλα να ξεκινάει από τα βάθη της ψυχής μου. Γύρισα τα μάτια μου και είδα το κάτω μέρος των λεπτών, αριστοκρατικών δαχτύλων της με τα μεγάλα γυαλιστερά και… ω θεέ μου…!!! κοφτερά νύχια και την τεράστια πέτρα του δαχτυλιδιού της . Η φρίκη των χρωμάτων που αντίκρισα, μ’ έκανε να χλομιάσω και να χάσω για μια στιγμή τη μιλιά μου.
Είδα την έκφραση της κας Ανίτας και την περίεργη λάμψη των ματιών της. Μου φάνηκε ότι άλλαξαν χρώμα και είδα μέσα τους αντανακλάσεις των ίδιων απόκοσμων χρωμάτων, που είχα πρωτοδεί πριν είκοσι χρόνια . ”Δ δ δαίμονες απ’ το δ δ δ διάστημα “ τραύλισα ψιθυριστά και αμέσως μετά σε μια σπάνια για μένα στιγμή διαύγειας, προσπάθησα να την παραπλανήσω.
"Φ Φ Φ Φυσικά γ γιατρέ, όλα α α α αυτά γ γίνονται στον εφ φιάλτη μου και δεν πρέπει να δίνουμε και π πολλή σημασία στις χαζομ μάρες που βλέπουμε στα ο όνειρα, ε ε έτσι?", είπα δήθεν ήρεμος, προσπαθώντας να κρύψω τον πανικό μου απ' την γιατρίνα καθώς τα μάζευα για να φύγω βιαστικός, ενώ ταυτόχρονα έψαχνα να ξαναδώ την πέτρα του δαχτυλιδιού της, την οποία τόσο επιμελώς έκρυβε, για να σιγουρευτώ .
"ΜΑ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΤΕ? ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΣΑΜΕ ΓΥΡΙΣΤΕ ΠΙΣΩ, Ο ΝΙΚΟΣ ΕΙΝΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΑΣΧΗΜΟ ΟΝΕΙΡΟ, ΓΥΡΙΣΤΕ ΠΙΣΩ ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ", φώναζε έξαλλη πίσω μου η κα Ανίτα, το παλιομπάσταρδο, αηδιαστικό, δολοφονικό, εξωγήινο σκατόπραμα, που με στοίχειωνε τόσα χρόνια .
Έτρεξα έξω με όλη τη δύναμη των φτερούγων, με τις οποίες προίκισε τα πόδια μου ο υπερφυσικός φόβος. Πέταξα μέχρι το γραφείο του Νίκου, πέρασα εύκολα την φρουρά της εισόδου γιατί με γνώριζαν όλοι σαν τον αγαπημένο, τραυλό , τρελούτσικο ξάδερφο και δεν περίμενα ούτε καν να με αναγγείλει η γραμματέας του, που φώναζε "ΠΟΥ ΠΑΤΕ ΚΥΡΙΕ ΛΕΥΤΕΡΗ ...ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕ ΒΛΕΠΕΙ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ". Οι φωνές της προκάλεσαν την παρέμβαση του αγαπημένου μου εξαδέρφου, ο οποίος με παρακάλεσε να ηρεμήσω και να περάσω στο γραφείο του. Του διηγήθηκα την ιστορία μου για την εξωγήινη σκύλα, που είχε σκοτώσει τους γονείς και τον αδερφό του και που τώρα ήθελε να σκοτώσει και μένα και ίσως και κείνον, έναν αρχηγό κράτους, τον μελλοντικό ηγέτη της ενωμένης Ευρώπης, κατά γενική ομολογία. Το καμάρι της πατρίδας, το νέο αίμα της πολιτικής, το άφθαρτο, κοφτερό μυαλό που θα έλυνε όλα τα προβλήματα όλου του κόσμου .
Προσπάθησε να με καλμάρει, λέγοντας μου ότι ήξερε την Ανίτα πολλά χρόνια και ότι ήταν μια αξιολάτρευτη κυρία και... και.... και ότι τον είχε ενημερώσει για την ανάρμοστη συμπεριφορά μου και ότι ήμουν υπερβολικός όπως πάντα και ότι μ' αγαπούσε και με συντηρούσε τόσα χρόνια, αλλά εγώ πάντα πρόδιδα την εμπιστοσύνη του....
Τον άκουγα και δε μπορούσα να πιστέψω τ' αυτιά μου. Του ζήτησα να μου δείξει τα χέρια του... τις παλάμες του από μέσα. Να δω την πέτρα αυτού του μεγάλου δαχτυλιδιού που είχε κι αυτός μόνιμα γυρισμένη προς τα μέσα, για να την προστατέψει απ' τα λαίμαργα βλέμματα, όπως μου έλεγε. Ο Νίκος σήκωσε το τηλέφωνο καθώς παραληρούσα και φώναξε την ασφάλεια και μου χαμογελούσε μ' αυτό το ψεύτικο φωτογενές χαμόγελο, που έκανε εμένα και όλο τον κόσμο να τον πιστεύει.... να πιστεύει όλα τα ψέματα, που του αράδιαζε τόσα χρόνια τώρα... τα ψέματα που τον έφεραν εδώ που είναι .... και τα μάτια του.... τα σπινθηροβόλα, γοητευτικά μάτια του ηγέτη ιριδίζανε και άλλαζαν αυτά τα απερίγραπτα χρώματα , φερμένα κατευθείαν από κάποιον άλλο, μακρινό κόσμο. Πρόλαβα να ορμήξω πάνω του με τη δύναμη που δίνει η οργή και η απελπισία στους προδομένους ανθρώπους και να βάλω και τα δυο μου χέρια στο λαιμό του . Μέσα σε απόλυτη σιωπή, τον έσφιγγα τόσο δυνατά στο καρύδι που δεν μπορούσε να βγάλει άχνα . Είχε αρχίσει να γίνεται μωβ και η γλώσσα του έχασκε έξω από το στόμα , όταν ακούστηκαν φωνές και τρεχαλητά απ' έξω . Οι άντρες της ασφάλειας μπούκαραν μέσα στο γραφείο και με τράβηξαν από πάνω του για να με ακινητοποιήσουν αμέσως μετά . Τον είδα να κρατάει το λαιμό του με τα δυο του χέρια προσπαθώντας να αναπνεύσει . Βογκούσε κι έβηχε . Τον έφτυσα . Κάποιος με χτύπησε στο κεφάλι κι έχασα τις αισθήσεις μου .
Συνήλθα εντελώς .
Ανοιγοκλείνω τα βλέφαρα μου , ξεθολώνω και βλέπω καθαρά . Απόλυτη σιωπή.
"Τώρα μιλάνε τα μάτια μωρό μου". Οι ψηλοτάκουνες γόβες χτυπάνε ρυθμικά στα λευκά αστραφτερά πλακάκια και στέκονται δίπλα μου. Κοιτάω ψηλά. Θεέ μου σώσε με.. οι βυζάρες της θα χυθούν πάνω μου , θα με πνίξουν. Τα φως παίζει περίεργα παιχνίδια στα μάτια της . Κρύο φως. Είναι καλοκαίρι αλλά τρέμω . Η τρεμούλα ξεκίνησε κάπου από τον βαθύτερο εαυτό μου και ανεβαίνει . Φόβος .
Η μεγάλη σύριγγα χαμογελάει μοχθηρά και σηκώνεται ψηλά. Αρχίζω να χτυπιέμαι και να στριφογυρνάω σα φίδι για να ξεφύγω απ' τα λουριά που με κρατάνε ξαπλωμένο. Θέλω να τρέξω μακριά, αλλά βαθιά μέσα μου γνωρίζω ότι αυτό είναι αδύνατο. Θα πεθάνω; Γλυκιά
μανούλα ξύπνα με. Σώσε με απ' αυτούς . Η απόλυτη σιωπή και το κρύο με καταπίνουν . Απελπισία .
Απελπισμένος ξεσπάω σε ικεσίες και βρισιές γνωρίζοντας πόσο μάταιες είναι.
"Πιάστε αυτόν Γιατρέ... αφήστε εμένα και πιάστε αυτή την κωλοεξωγήινη ρουφήχτρα που θέλει να κυβερνήσει τον κόσμο... αλήθεια σας λέω Γιατρέ, πιάστε αυτό το σκατόπραμα, που πήρε τη θέση του Νίκου... πάρτε την αστυνομία να το μαγκώσει... το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να ζητήσετε να σας δείξει τα χέρια του... ...όχι δε θέλω ένεση... όχι σε μένα Γιατρέ, σ' αυτούς να την κάνετε μπας και ψοφήσουν.... "
"Ηρέμισε, σε λίγο όλα θα γίνουν όμορφα όπως πριν" ."δεν τραυλίζεις πια ! είδες ;"
Η σύριγγα είναι ψηλά. Την πιέζει λίγο να βγει ο αέρας από μέσα, κι ένας μικρός πίδακας βγαίνει ορμητικά απ' τη βελόνα και με βρέχει. Σηκώνει το μανίκι, της πυτζάμας με τις άσπρες και μπλε ρίγες που φοράω και νοιώθω το τσίμπημα της λεπτής βελόνας. Το ελαιώδες φάρμακο χύνεται βίαια και επώδυνα στο αίμα μου. Επιτίθεται σε όλες μου τις αισθήσεις. Ροζ φυσαλίδες σκάνε στ'αυτιά και τα μάτια μου. Πριν ξαναθολώσει εντελώς το κεφάλι μου.... στην τελευταία αναλαμπή της λογικής, το βλέμμα μου δραπετεύει στο γραφείο της κας Ανίτας. Χαλαρώνω στο μαύρο δερμάτινο ανάκλιντρο και βλέπω τις λευκές γάμπες της να ξανασταυρώνονται λίγα εκατοστά πίσω μου... Χαμογελάω ευχαριστημένος και ο γαϊδουρινός φιλαράκος μου μέσα στην άσπρη σκελέα κουνιέται ζωντανός , κάνοντας με να ξεχάσω το τραύλισμα , τη δυστυχία μου και τους σφετεριστές της παγκόσμιας εξουσίας .όπως έκανε πάντα. Ίσως για πάντα αυτή τη φορά.
ΥΓ. πρέπει να ευχαριστήσω τον κύριο lovecraft, σε ιστορία του οποίου υπάρχει αναφορά στο παραπάνω ανοσιούργημά μου.
http://wpleftyboy.blogspot.com/
H άποψη του Μίχου
Δεν έχω καμιάν αντίρρηση να προσπαθεί κάποιος να απομυθοποιήσει την ψυχαναλυτική συνεδρία, αλλά εδώ δυστυχώς έχουμε όλες τις προβολές που κυκλοφορούν ως μύθοι γύρω από το φαινόμενο... Ψυχαναλυτικά δείχνουν φόβο και σαν αναπλήρωση προτάσσεται αυτή η ας την πούμε φρασεολογία των ερωτικών τελεστών... Κατά περίεργο τρόπο στην αφήγηση η κατά μέτωπον χρήση αποδίδει λιγότερο από τον υπαινιγμό όταν μιλάμε για τέτοια πράγματα.
Στο βαθμό που κάποιος θα επιθυμούσε να μάθει να διαχειρίζεται τέτοια θέματα, θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε με πρόπλασμα αυτή την ιστορία στοχεύοντας στο να αναλύσουμε γιατί κάποια πράγματα δεν λειτουργούν και κυρίως να δείξουμε στρατηγικές για το πως μια πρόθεση μπορεί να γίνει κάτι που να την εισπράττει και ο αναγνώστης με κατάλληλη χρήση αφηγηματικών τεχνικών... Μια και δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια θα σας συνιστούσα να πάρετε ένα βιβλίο από αυτά που έχετε διαβάσει και να το ξαναδιαβάσετε δίνοντας αυτή τη φορά περισσότερη σημασία στο πως τα λέει και όχι στο τι λέει... Ή κάτι πιο απλό: Δοκιμάστε να γράψετε την ίδια ιστορία από μνήμης σε μερικούς μήνες χωρίς να συμβουλευτείτε το ήδη γραμμένο και συγκρίνετε τις δυο εκδοχές... Δεν σας λέω αν είναι καλή ή κακή... σας λέω όμως πως κατά την άποψή μου, μια άποψη είναι, είναι κάτω από το εκδόσιμο... Καλά κουράγια και καλή συνέχεια...
Αναρτήθηκε από angeliki marinou στις 12/11/2007 08:27:00 π.μ. 28 σχόλια