Πέμπτη 15 Μαρτίου 2007

Ροϊδης - Των τραυμάτων και των εμπειριών 1973-1985: Κολούμπια

Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε σε σχετικά γνωστό περιοδικό. Πρόκειται για συμμετοχή μου σε ένα αφιέρωμα για το γκρέμισμα του εργοστασίου της Κολούμπια της οποίας ήμουν υπάλληλος το διάστημα που αναφέρεται στον τίτλο.


Το έφεραν βράδυ. Oδηγούσε αργά, ο άλλος ακολουθούσε πίσω τους σε απόσταση, κρύωνε με το λεπτό πουκάμισο, το στομάχι του ήταν ακόμη ανακατωμένο από αυτά που είχε δει. Είχαν ανάψει τα φώτα στη βεράντα και οι επισκέπτες έστεκαν σιωπηλοί κι ανήσυχοι παράμερα και περίμεναν. Τη στιγμή που μετέφεραν το παιδί τυλιγμένο σε μια κουβέρτα κάποιος ρώτησε σιγανά: Το πόδι; Του το ‘κοψαν, αποκρίθηκε. Μετέφεραν το αγόρι στο δωμάτιο του. Στάθηκε στο κρεβάτι δίπλα του, τον ακούμπησε προσεκτικά και τον σκέπασε. Τι άλλο χρειάζεσαι, την άκουσε δίπλα του να λέει. Να περιμένουμε. Εκείνη του έσφιξε το χέρι. Ας ζήσει, Θεέ μου το παιδί, ψιθύρισε, και ανασηκώνοντας τους ώμους σωριάστηκε στη πολυθρόνα που υπήρχε δίπλα στο κρεβάτι. Εκείνη του άγγιξε το μάγουλο. Θα μείνω εγώ με το παιδί, είπε.

Έλα κοιμήσου εδώ, δίπλα μου
Ο θρύλος λέει ότι ο Λιστ λίγο πριν πεθάνει άφησε ένα χειρόγραφο περί της ύπαρξης μια νέας νότας που κατά λάθος είχε ανακαλύψει. Την άκουσε για πρώτη φορά, την ονόμασε ‘Περαστική’, ένα βράδυ καθώς έπαιζε στο salon της Φροϋλάιν Γκένσερ, ένας ήχος, του οποίου την πηγή δεν μπόρεσε να προσδιορίσει, «μπλέχτηκε» ανάμεσα στις νότες της σονάτας που έπαιζε, αυτό συνέβη φυσικά σε κλάσματα του δευτερολέπτου. Η «παρέμβαση» αυτής της μυστήριας νότας παρήγαγε ένα ήχο πρωτόγνωρο για τον μεγάλο δημιουργό.
Το χειρόγραφο αυτό δεν βρέθηκε ποτέ, δεν υπάρχει δε, κανένας απολύτως λόγος να πιστέψουμε ότι η αδερφή του κατέστρεψε το χειρόγραφο μαζί με τα «λιγότερης αξίας» έργα του κατόπιν εντολής του μεγάλου μουσουργού. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν αδιαμφισβήτητες μαρτυρίες ότι το χειρόγραφο πράγματι υπήρξε με το συγκεκριμένο του περιεχόμενο. Για πρώτη φορά, μετά αυτή του την αποκάλυψη, ο Λιστ έγινε ιδιαίτερα επιφυλακτικός ως αναφορά την απόσταση μεταξύ του εαυτού του και των ακροατών. Επιθυμούσε η απόσταση αυτή να μην είναι μικρότερη ή περισσότερη από τους ακροατές του συγκεκριμένου κοντσέρτου στις Φροϋλάιν Γκένσερ. Ο Κλιμτ αναφέρει αυτή την «περίεργη εμμονή» του Λιστ στην αλληλογραφία με τον αδερφό του.

Ο πόνος
Η ανάσα του αγοριού ήταν βαριά, λαχανιασμένη. Το πρόσωπό του κόκκινο από πυρετό, το έστρεφε ανήσυχα δεξιά κι αριστερά˙ αφήνοντας που και που εύηχους αναστεναγμούς. Το πρησμένο τραύμα με τα τεντωμένα ράμματα δεν του άφηναν περιθώρια ανάπαυλας, το πύον σκόρπιζε την έντονη μυρωδιά του. Εκείνη δίπλα του σκούπιζε το μέτωπό του. Όλη η μοναξιά της μάνας και οι τύψεις στοιβάχτηκαν θαρρείς στο στήθος της και ξέσπασε σε λυγμούς.

Ο Καλλιτέχνης
Πριν το κοντσέρτο εκείνο το βράδυ στο salon της Φροϋλάιν Γκένσερ, καμία αλλαγή δεν καταγράφεται επίσημα στη συμπεριφορά του Λίστ. Η απελπισία του στη προσπάθεια αναζήτησης αυτής της νότας εικάζεται ότι τον οδήγησε στη καταστροφή αρκετών ακριβών πιάνων. Καταγράφεται δε η οργή του αυτή από επιτόπιους μάρτυρες σαν πρωτόγνωρα ξεσπάσματα εξωπραγματικής «διαβολικής οργής», αντίθετη προς το γνωστό πράο χαρακτήρα του μεγάλου συνθέτη. Από το θάνατό του και μετά πάντως, κανένα σοβαρό στοιχείο δεν έχει αποκαλυφθεί που να πιστοποιεί κάποιο αποτέλεσμα στην αναζήτησή του αυτή.
Πολλοί μουσικολόγοι και ειδικοί βιογράφοι σχετίζουν το γεγονός με την περίεργη συμπεριφορά του Κλωντ Ντεμπυσσύ. Ο καθηγητής του στην αρμονία Ντυράν, τον θεωρούσε αδύναμο και απροσάρμοστο αποκλείοντάς τον από κάποια σημαντικά κοντσέρτα στερώντας του τη δυνατότητα διεκδίκησης μιας φήμης αναγκαίας για την τροφοδοσία της ευφυούς ματαιοδοξίας του καλλιτέχνη. Τη διάκριση παρ’ όλα την απέσπασε ο Ντεμπυσσύ από τα μαθήματα της συνοδείας με πιάνο, και της «πρακτικής αρμονίας» (prima vista), όπου είχε την δυνατότητα να επιδείξει το ταλέντο του στον αυτοσχεδιασμό. Αυτό που οι ιστορικοί αποκρύπτουν, είναι ότι ο Ντεμπυσσύ σύχναζε στα διάφορα σαλόνια της αριστοκρατίας και για έναν ακόμη λόγο.

Ο Προυστ γνώριζε
Σε πολλά μέρη του έργου του «Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο» ο Προυστ αναφέρεται, πολλές φορές με ιδιαίτερη εμμονή, σε εκείνη την «μουσική φράση» που άκουσε ένα βράδυ στο σαλόν των Βερντυρέν από κάποιο νεαρό μουσικό. Η «φράση» αυτή του τριβέλιζε επίμονα την σκέψη. Ο νεαρός πιανίστας στο σαλόν των Βερντυρέν είχε απαραιτήτως στο ρεπερτόριό του, τον καλπασμό από τις Βαλκυρίες ή το πρελούδιο του Τριστάνου, έργα και τα δύο από τις αντίστοιχες όπερες του Βάγκνερ.
Είναι πια εξακριβωμένο ότι ο νεαρός μουσικός που αναφέρει ο Προυστ, είναι ο Ντεμπυσσύ, ο οποίος είχε γνώση της ανακάλυψης του Λιστ, την άγνωστη έως τότε Περαστική του νότα. Του ήταν επίσης γνωστή η σχέση του Λιστ με τον Βάγκνερ μέσω της κόρης του δεύτερου. Το πιο σπουδαίο επίσης, το οποίο αποσιωπούν οι ιστορικοί και το φέρνω στο φως αποκλειστικά για σας αγαπητοί μου αναγνώστες, είναι ότι, το χειρόγραφο του Λιστ το είχε στη κατοχή του ο Ντεμπυσσύ και αναφέρεται καθαρά στη διαθήκη που διαβάστηκε στους κληρονόμους του. Παρ’ όλα αυτά, όπως αναφέρω πρωτύτερα, το χειρόγραφο αυτό δεν βρέθηκε ποτέ.

Άτιτλο κενό
Το παιδί άνοιξε το στόμα του να φωνάξει, να πει κάτι. Δεν τα κατάφερε ν’ακουστεί. Έμεινε ήσυχο στη θέση του, αφουγκράστηκε τους ήχους του σπιτιού, άκουσε τις καρέκλες να τραβιούνται από το τραπέζι της τραπεζαρίας, άκουσε βήματα στη βεράντα και τέλος, τις ρόδες που έτριξαν πάνω στα χαλίκια καθώς το αυτοκίνητο έπαιρνε το δρόμο για την πόλη. Όλα ήταν τώρα ήσυχα.
Ξέρει ότι κάτι θέλει. Κοιτά λοξώς κάτω δεξιά από την καρέκλα, όταν βλέπει το λουλούδι που έχει φυτρώσει στη σόλα του παπουτσιού του. Με υπεράνθρωπες προσπάθειες γεμάτες πόνο φτάνει έως εκεί. Το ξεριζώνει. Με το λουλούδι στο χέρι κάθεται κάτω από το τραπέζι δίπλα του. Το διαλύει αφήνοντας σκόρπια τα πέταλά του στο πάτωμα, ξαναγυρίζει στο παπούτσι ψάχνοντας για ένα λουλούδι ακόμη. Μάταια, δεν υπάρχει άλλο.

Το παιδί στεναχωρήθηκε πολύ με το γεγονός αυτό.

----------------

Επίλογος
Μπήκα στη Κολούμπια το Φλεβάρη του 1973 όταν ο χώρος ήταν ζεστός, ανθρώπινος, γεμάτος πάθος και έφυγα από μια ψυχρή πολυεθνική εταιρεία δίσκων, όπου όλα μετρούσαν με νούμερα, μπάτζετ και οικονομικούς στόχους.

Έβαλα μπρος τον σκαραβαίο μου ένα ηλιόλουστο μεσημέρι το Γενάρη του 1985 και δεν έριξα ποτέ βλέμμα πίσω.

http://roides.wordpress.com

H γνώμη του Πετεφρή: καμιά φορά, η έκφραση μιάς γνώμης έχει τις δυσκολίες της, ακόμη και μεταξύ "ανωνύμων" που ωστόσο έχουν καταλήξει να εκτιμούν (ενίοτε αμοιβαία) την περσόνα που παρακολουθούν. Γιά να καταθέτει ο Ροϊδης, ένα κείμενο σε αυτό το blog, κάτι παραπάνω θα ξέρει, οπότε δεν το σχολιάζω άλλο.
Επί του κειμένου και της "λάτρας" του. Είναι μία εκπληκτική κύρια διήγηση που χρησιμοποιεί επίτηδες αποστασιοποιημένη και ευθύγραμμη διήγηση ιστορικών (όχι ακριβώς..) ανεκδότων από τον μουσικό πολιτισμό του προπερασμένου αιώνα, κατά ευφυά κινηματογραφική τεχνική. Γιατί η διήγηση δεν είναι φανταχτερή και τρανταχτή; επειδή τα γεγονότα που ιστορούνται έχουν ουσία που αναδεικνύεται από την συνειδητή υπογειοποίηση του ύφους. Αυτό και μόνον, δείχνει επαρκέστατη γνώση πολλών τεχνικών της γραφής.
Η άλλη, η "επί τα ανάντη" αντίστροφη διήγηση της κατάστασης ενός ακρωτηριασμένου παιδιού που κερδαίνει μιά μορφή αυτοσυνειδησίας, υπό την καταληψία του πόνου του, ανακαλύπτοντας ένα άνθος φυτρωμένο στο (μη λειτουργικό) παπούτσι του, είναι πιό σύντομη, δεν υποστηρίζεται το ίδιο πειστικά, ίσως επειδή τον συγγραφέα τον διακατέχει συγκίνηση που δυσκολεύεται να μασκάρει ή να διαχειριστεί. Η κατά κεφαλήν και πόδας επαφή αυτών των δύο ατραπών, εκτιμώ ότι δεν οδηγεί σε ένα σταυροδρόμι ή έστω στην κεφάλωση ενός δίστρατου.Γιά την ιδέα μου, παραείναι έντονο και λυρικό, παρά τον επιφαινόμενο ρεαλισμό του.Η γνώμη μου αυτή, είναι προιόν ιδιοσυγκρασίας και όχι διαμορφωμένης άποψης, έτσι;
Σε κάθε περίπτωση, η μικρή εισαγωγή και ιδίως το ζενερίκ της αφήγησης, ("έβαλα μπρος τον Σκαραβαίο μου..") αποκαθιστά τα πράγματα, ως ένας απρόσμενος cooler των αισθήσεων.
Μιά παρατήρηση: ενώ η δομή του μοιάζει πολύ με ενός ρεπορτάζ,δεν χρησιμοποιεί μήτε μία λέξη από αυτές που συνήθως το εκφράζουν. Είναι μιά δοκιμή που μ ένδιαφέρει. Πάντοτε έχει ενδιαφέρον η μεταφύτευση τρόπων και μεθόδων μιάς τεχνικής σε ένα άλλο οικόπεδο.

Η γνώμη του Μίχου: Ως πελοποννησιακή γάτα είχα σκοπό να μη γράψω κουβέντα για το συγκεκριμένο. Είναι νωπές οι συνέπειες από υστερικά ξεσπάσματα ποιητή της μανιφακτούρας επειδή του είπα και του αιτιολόγησα την κρίση του γούστου μου. Για λόγους συμμετρίας και μόνο με τον Πετεφρή θα κάνω μια παρατήρηση ήθους. Φαίνεται πως οι δημοσιογράφοι και οι παραπλέοντες είναι αδύναμοι στην κριτική και επιπλέον το ύφος τους στο διαδίκτυο μοιάζει πολύ αυταρχικό. Τα έχωσα και στον κο Τσαγκαρουσιάνο στον αρμόδιο τόπο γι αυτό. Η ιστόσφαιρα μας προσφέρει περιωπή επωνυμότητας, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και για επιθέσεις ακόμα και ψυχοπαθών, και επιπλέον μας αναγκάζει να σταθμίζουμε αν η πιθανή επίθεση αξίζει μια απάντηση, οπότε καλό είναι να αρχίσουμε να συνηθίζουμε στο χαμηλότερο και διαλογικού τύπου ύφος που απαιτεί ο χώρος. Σκέφτομαι κάποτε ότι αν πολλοί από τους θιγμένους της ιστόσφαιρας ήταν δημόσια πρόσωπα εκτεθειμένα σε κιτρινοφυλλάδες θα είχαν αυτοκτονήσει αν κρίνω από τις αντιδράσεις τους εδώ. Είναι δυνατόν να παράγεις κάτι να κριθεί αν δεν ρισκάρεις στην αντιδημοτικότητα; Δεν κάνω καμία κρίση για το κείμενο. Λέω μόνο ευγενικά: ευχαριστώ για τον οβολό σας... Αλλά διατηρώ το δικαίωμά μου και την εκτίμηση προς τα γραφομενά σας με την απόφαση να μην πάρω.

5 σχόλια:

Despoths είπε...

Η συντέλεια του κόσμου είναι κοντά! Μετανοήστε ! …Βασκανίες , εξομολογήσεις ,πάθη στο blog που θα σας ανοίξει τα μάτια

Ανώνυμος είπε...

αγαπητέ Πετεφρή,
έχω την αμυδρά εντύπωση ότι παραείστε ευγενικός στα γράφομενά μου, ευχαριστώ πολύ πάντως!

ΥΓ: δεν υπέβαλα εγώ το κείμενο εδώ με δική μου θέληση, αλλά γιατί μου το ζήτησε ευγενικά η renton, όχι πως ήταν κακή ιδέα, κάθε άλλο μάλιστα όπως αποδείχτηκε... Αλλά δεν θα μου πήγαινε ποτέ το μυαλό μου να σας στείλω εγώ κείμενο. Η προσπάθεια που αρχίσατε μου άρεσε από την αρχή, και κατά καιρούς την «παρακολουθούσα».

Στην ουσία: Αυτό το κείμενο εντάσσεται σε μία πειραματική ενότητα που δουλεύω εδώ και καιρό και δεν λέει να τελειώσει λόγω δικών μου κυρίως αναστολών, τείνει όμως να μου γίνει δεύτερη φύση και επηρεάζει πλέον άθελά μου όλα μου τα γραπτά, ακόμη περιέργως και την κύριά μου ιδιότητα σαν εικαστικός. Μυστήριο. Μάλλον μπήκα σε έναν Χορό δίχως μέση και τέλος.

και πάλι obligado!

ΠΕΤΕΦΡΗΣ είπε...

Καθώς ξεκίνησα τις κρίσεις στα κείμενα καννιβαλίζοντας ένα δικό μου κείμενο,καταλαβαίνετε, Ροϊδη,ότι καμία ευγένεια δεν υποχρεώνει κανέναν. Μου αρέσει φοβερά η ευγένεια, ιδίως η άσεμνη,αυτή που επιτρέπει να βωμολοχείς, να πειραματίζεσαι, να αστειεύεσαι χωρίς κανόνες αναμέτρησης.Καθώς το κείμενό σας έχει ομόλογα στοιχεία με δεκάδες άλλα που διάβασα στα τελευταία εικοσι-τριάντα χρόνια, μόνον η πρώτη παράγραφος που έγραψα δεν θα υπήρχε άν έστελνε αυτό το κείμενο ένας κλινικώς άγνωστος.

angeliki marinou είπε...

Να ευχαριστήσω κι εγώ με τη σειρά μου και δημόσια τον Ροϊδη που ανταποκρίθηκε στην πρόσκλησή μου. Η κατ' ιδίαν προσέγγιση αξιόλογων μπλόγκερς εν είδει "πρόκλησης" είναι κάτι που έγινε και θα ξαναγίνει στο μέλλον. Κι αυτό γιατί αφενός οι κριτικοί μας χαίρονται να σχολιάζουν αξιόλογα κείμενα και αφετέρου γιατί οι αναγνώστες μας να τα διαβάζουν. Επιπλέον, δεδομένου ότι το Critical Error συνιστά χώρο "κατάθεσης" και σκληρής δοκιμασίας των γραπτών ενός ατόμου (και του χαρακτήρα του ακόμα - αναλογίζομαι πάντα τη δική μου "περίεργη" αντίδραση στην πρώτη κριτική που δέχτηκα από τον Πετεφρή και συμπάσχω εν μέρει με τους θιγμένους), συχνά η συμμετοχή πρέπει να υποβοηθάται από τέτοιου είδους τερτίπια. Ελλείψει άλλου βραβείου, προσφέρουμε μόνο την πρόκληση.

Κύριε Μίχο, το ξέρετε ότι διαφωνώ με τη θέση σας, μιας που ένα σάιτ κριτικής πρέπει να προσφέρει αυτό ακριβώς, αλλά όπως έδειξε και το παρελθόν, η λογοκρισία της μίας ή της άλλης πλευράς, δεν είναι του παρόντος μπλογκ, οπότε...

Γιώργος Μίχος είπε...

Αγαπητή Ρέντον, δεν ήθελα να μπω σε λεπτομέρειες.
Το κείμενο έγραφε εξαρχής ότι δημοσιεύτηκε. Θα προτιμούσα προσωπικά να με τσεκάρει στην κρίση μου χωρίς να το αναφέρει.
Και ακολουθεί και η λίγο αφ΄υψηλού απάντηση στον Πετεφρή. Και με το φινάλε που υπονοεί ότι σου κάνει και χατίρι.
Δεν θα περνούσε έτσι και το ξέρεις.
Διότι κι εγώ επειδή με παρακάλεσες ευγενικά ασχολούμαι εδώ και δεν θα πήγαινε ποτέ το μυαλό μου να κρίνω ΕΓΩ κείμενα αυτόκλητος. Άρα ηθικό δίδαγμα:Η Ρέντον είναι ευγενική.