Παρασκευή 9 Μαρτίου 2007

Σια+Μέζα: Raller* η αλλιώς O Επιθανάτιος Ρόγχος



Σκηνικό: Μια όμορφη ευρύχωρη κουζίνα. Οι κλαρωτές κουρτίνες στο παράθυρο είναι τραβηγμένες και επιτρέπουν στον ήλιο να λούζει τους τοίχους, τον πάγκο, τα ντουλάπια, την εστία, το ψυγείο. Το ντουλαπάκι κάτω από το νεροχύτη είναι κλειστό, κι έτσι ο ήλιος δεν φωτίζει τους σωλήνες, τα απορρυπαντικά και τις κατσαρίδες που χουζουρεύουν περιμένοντας να πέσει το σκοτάδι(πράγμα που αποτελεί και το βασικό λόγο για τον οποίο οι Κατσαρίδες διάλεξαν να κάνουν εκεί τη φωλιά τους). Όρθια μπροστά στον πάγκο η μανούλα τεμαχίζει με ένα κοφτερό μαχαίρι ένα αγγουράκι. Το μαχαίρι μετακινείται σχεδόν αυτόματα πάνω στο Αγγουράκι διαμελίζοντας το σε τέλειες ροδέλες ίσου πάχους.

Απέναντι από τον πάγκο της κουζίνας βρίσκεται το τραπέζι, όπου είναι καθισμένο το αγοράκι. Νερομπογιές είναι απλωμένες στο Τραπέζι και το Αγοράκι ζωγραφίζει με αυτές ο,τι βλέπει μπροστά του. Έχει ζωγραφίσει τις κουρτίνες, τους άσπρους Τοίχους, τα ντουλάπια, την εστία το ψυγείο, αλλά όχι και τις Κατσαρίδες. Το Ντουλαπάκι Κάτω Απ Το Νεροχύτη, είναι κλειστό, και δεν τις βλέπει(πράγμα που ήταν και ο αυτοσκοπός του εκεί χτισίματος της φωλιάς από τις Κατσαρίδες.)
Το Μαχαίρι, υπό την επιδέξια καθοδήγηση της Μανούλας, συνεχίζει την πορεία του πάνω στο Αγγουράκι. Το Αγγουράκι έχει τελειώσει, κι έτσι το μαχαίρι συνεχίζει, τεμαχίζοντας τα δαχτυλάκια της Μανούλας που βρίσκονται παραταγμένα με τάξη ακριβώς εκεί που τελειώνει το Αγγουράκι σε τέλειες ροδέλες ίσου πάχους.
Το Αγουρακι (συγγνώμη ήθελα να πω ΑΓΟρακι) ζωγραφίζει. Δεν είναι ακόμα ο αηδιαστικά ρεαλιστής ζωγράφος που πρόκειται να γίνει στο μέλλον(ακόμα πρόκειται να φοράει ψαθάκι και να κόψει τα αυτί του για να μοιάζει στον Βαν Γκοχ-η μήπως στον Νταλί; Δεν θα είναι σίγουρο και δεν θα το νοιάζει να μάθει, εφόσον θα μοιάζει σε κάποιον άλλον και όχι στον βαρετό, μίζερο τύπο που θα ήταν αν διατηρούσε και τα δυο του αυτιά ακέραια.)
Παρ'ολ'αυτά, έχει ήδη αποφασίσει ότι δεν τον ενδιαφέρει η απεικόνιση έμβιων όντων. Είναι της νατυρ μορτ σχολής. έτσι από τη ζωγραφιά του λείπει η Μανούλα, έχουν όμως περίοπτη θέση το Μαχαίρι και το Αγγορακι(συγγνώμη, ήθελα να πω Αγγουράκι), και το Αγοράκι τώρα έχει αρχίσει να ζωγραφίζει τις τέλειες ροδέλες ίσου πάχους που ήταν πριν τα δαχτυλάκια της Μανούλας. Δεν ζωγραφίζει ακόμα καλά(κι ούτε πρόκειται αλλά σσσσς μη του το πείτε), κι έτσι τα δαχτυλάκια στην ακουαρέλα δεν είναι παρά καφεκοκκινοι λεκέδες.
Η Μανούλα περνάει τη ματωμένη α-δαχτυλη παλάμη της μέσα από τα μαλλιά της. Τα σημεία απ όπου πέρασε η δάχτυλος παλάμη βάφονται κατακόκκινα.«Θα μπορούσε κανείς να πει ότι επιτέλους έγινα μια φυσική κοκκινομάλλα!» λέει η Μανούλα και γελάει. Το γέλιο της αντηχεί στους άσπρους Τοίχους, στα ντουλάπια, στην εστία, στο ψυγείο, διαπερνάει το Ντουλαπάκι Κάτω Από Το Νεροχύτη και ενοχλεί τις Κατσαρίδες στο χουζούρεμα τους.
Το Αγοράκι έχει ζωγραφίσει τα πάντα μέσα στην Κουζίνα, όμως η ακουαρέλα του του φαίνεται ακόμα πολύ άδεια. Γι αυτό ξαπλώνει τη Μανούλα που ακόμα γελάει στον πάγκο, και με την ευγενική συνδρομή του Μαχαιριού την τεμαχίζει σε τέλειες ροδέλες ίσου πάχους.Ικανοποιημένο, τελειώνει στα γρήγορα τη Ζωγραφιά του. Με το που βάζει την τελευταία πινελιά, πετάγεται πάνω εκστασιασμένο και αρχίζει να τραγουδάει ένα τραγούδι με στίχους που βγάζει εκείνη τη στιγμή απ’ το μυαλό του, και ήχους που υπήρχαν στα βαλτώδη κομμάτια του μυαλού του απ’ τον καιρό που η αμοιβάδα έβαλε μπρος να γίνει άνθρωπος:

Raller!Raller!Raller!
Ηρθεν η ώρα σου καλέ!
Raller!Raller!Raller!
Ο επιθανάτιος σου ρόγχος

Raller!Raller!Raller!
Και αντηχεί στον ντενεκέ
Ο τελευταίος χτύπος της καρδιάς σου

Raller!Raller!Raller!
Σε σκότωσα εγώ, καλέ!
Ο υιός σου ο μονάκριβος και ο μονογενής

Raller!Raller!Raller!
Κι οι Κατσαρίδες θα τραφούν καλέ,(rallerraller)
Απ τον αντίλαλο της τελευταίας σου κραυγής, Τέλος

ΥΓ Οι Κατσαρίδες από τότε και στο εξής αγαπούσαν πολύ το Αγοράκι. Και ζήσανε αυτοί καλλιτεχνικά, κι εμείς καλλιτεχνικοτερα.

*Raller[ρα-λλε] : αγνώστου ρίζας. Το εκπνειν τον επιθανάτιον ρόγχον

Σια+Μεζα(Μεζα)
http://tsigaramaseskaialcohol.blogspot.com/

H άποψη του Πετεφρή: επιδοκιμάζω χωρίς επιφυλάξεις το κείμενό σας. Μου άρεσε δηλαδή, πολύ, πράγμα που κάνει αναξιόπιστες τις διδακτικές παρατηρήσεις. Σαν δισέγγονο εγγονοπουλικού μπαγιάτη.Μαλακή αφήγηση, έλλειψη μαύρου χιούμορ (οι λέξεις του δεν είναι τόσο προσεγμένες). Τα Ραλέ, ραλέ στο τέλος, με έκαναν τραγουδιστή τους.

Μιά παρατήρηση: άν υπήρχε πρόθεση στόχου, δεν φάνηκε. Εννοώ ,άν στο υπόβαθρο του κειμένου βόσκει ένας λίβελος κατά συγκεκριμένου όντος.Αν το γράψατε υπό την δουλεία του "όσα έρθουν κι όσα πάνε", υπάρχουν πλατυασμοί και ασάφειες, όχι πολλές, που είναι καλό να τις συμμαζεύετε.

Μιά ακόμη, πιό "απαιτητική" παρατήρηση: άν δοκιμάζατε με το ίδιο υλικό να στήσετε μιά ποιητική σύνθεση, ένα αρθρωτό ποίημα λόγου χάριν, οι αναγνώστες σας μπορεί να δοκιμάζαμε μιά ακόμη πιό ευχάριστη έκπληξη.

Τώρα, άν αυτό το καλό κείμενο, σας βγήκε κατά λάθος ή το διαπράξαττε, η νεκροψία της ζωής θα το δείξει (ελπίζω). Εγκαρτερείτε, μη μανιάζετε, χαρείτε την διάθεση που γέννησε το αγουράκι, το αγοράκι, το αγγουράκι και βεβαίως, το αγγοράκι....

Η άποψη του Μίχου. Ένα μικρό μαθηματάκι παράπλευρο είναι ότι το εγώ της αφήγησης δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με το εγώ του αφηγητή, εδώ έχουμε δύο, για όλους αυτούς που μετωπικά επιδιώκουν να διακαιώσουν το εγώ τους στην εποχή της γραφομανίας... Το μικρό παίγνιο με την ανάλαφρη φρίκη αφήνει πολλά κενά γοητευμένο από τις παραλλαγές του τεμαχισμού. Το έχω δεί σε μιά ταινία. Η μητέρα έκοβε καρότα λέγοντας : Εγώ τον αγαπούσα τον άντρα μου. Έχει μια χάρη εικονισμού προσωπικά μου θύμισε τον Μπορίς Βιάν και την παιγνιώδη του αφήγηση. Ρίξτε μια ματιά στα βιβλία του, θα σας είναι καλός οδηγός, και ίσως δώσει μιά κατεύθυνση να ολοκληρώσετε αυτό το είδος της αφήγησης. Και βέβαια εκεί που σοβαροφάνεια συνήθως κυριαρχεί το ανάλαφρο και το παιγνιώδες είναι ευπρόσδεκτο σαν αναγκαίο διάλειμμα. Το να θέλεις μιαν αφήγηση που να διαχέει την εντύπωση ότι δεν την παίρνεις στα σοβαρά προσθέτει μια επιπλέον δυσκολία να την αγκιστρώσεις σε μια παράδοση γραφής αφού η ελληνική είναι αρκετά "σοβαρή" και ίσως γι αυτό ενοχλητική κάποιες φορές. Η αφήγηση που καταθέτετε εδώ είναι και μιά βολή προς την περιρέουσα σοβαροφάνεια. Δεν μπορώ να πω ότι δεν την χάρηκα. Συνεχίστε, rallar rallar rallar. Στα ισπανικά σημαίνει τρίβω ένα φρούτο στον τρίφτη.


1 σχόλιο:

Sia+Meza είπε...

Ευχαριστω πολυ, τοσο για τις εποικοδομητικες παρατηρησεις,οσο και για τα καλα σας λογια.
Αγαπητε Πετεφρη, η αληθεια ειναι οτι δεν υπηρχε κανενας συγκεκριμενος στοχος στο κειμενο αυτο. Το κειμενο ουσιαστικα ξεπηδησε κατα τη διαρκεια ενος μαθηματος γαλλικων, οπου και εμαθα τη συγκεκριμενη λεξη, και κατα ενα περιεργο τροπο ωριμασε απο μονο του για δυο μηνες, οποτε και γραφτηκε παλι μονο του, χρησιμοποιωντας το δικο μου χερι. Γιαυτο και δεν ειχα καμια δικαιοδοσια πανω του, και εφ' οσον αυτο αποφασισε να γραφει ως κειμενο και οχι ως ποιητικη συνθεση, εγω δεν μπορουσα να κανω τιποτα για να το εμποδισω.
Αγαπητε κ. Μιχο, ο Μπορις Βιαν ειναι απο τους πιο αγαπημενους μου συγγραφεις, ειδικα στα βιβλια του ως Βιαν και οχι Σαλλιβαν. Οσο για την ελλειψη σοβαροτητας, εχετε απολυτο δικιο, και χαιρομαι αφανταστα που σας εδωσε αυτην την εντυπωση.
Σας ευχαριστω και παλι
Μεζα