Σάββατο 26 Μαΐου 2007

Τίποτα - Γράψε ό,τι λέω

Ό,τι λέω, γράψε. Είν’ ένας τόπος ανοιχτός, μια απλωσιά, δέντρα δεν έχει, ούτε νερά, τόπος ξερός, γι’ αυτό μου κάνει, γράψε το μέρος. Τόπος καλός για τη δουλειά που θέλω είναι. Δέντρα δεν έχει. Ό,τι φυτρώνει λιγοστό, μια χούφτα χλόη στις βροχές κι όσο αντέξει, μια ανεμώνη εδώ κι εκεί κι όσο αντέξει, δυο μαργαρίτες και κάπου-κάπου χαμομήλι. Τόπος ξερός κι οι πέτρες λίγες και μικρές. Βράχια δεν έχει. Κι αυτό καλό για τη δουλειά που θέλω είναι. Ψηλά δεν είναι, καλά είναι, τι να το κάνω το ψηλά αυτές τις ώρες, για τα πιο πριν είν’ τα ψηλά, όχι για τώρα. Σαν έρθει η ώρα, εκεί το σώμα μου να θάψεις, χωρίς πολλά-πολλά. Βράχια δεν έχει να τους πεις, να μην το φοβηθούν το σκάψιμο, βράχια δεν έχει. Πλάκα δε θέλω, δέκα πετρούλες μάζεψε από γύρω και στρώσ’ τες ίσια κι όμορφα, ίσα το μπόι μου να δείχνουν, δέκα πετρούλες. Πλάκα δε θέλω, στη μέση χώμα, δε σ’ αφήνει η πλάκα ν’ ανασάνεις, δέκα πετρούλες όλες-όλες κι ελαφρές, πλάκα δε θέλω. Σαν έρθει η ώρα. Χωρίς πολλά-πολλά , το γράφεις; Ένα πολλά ζητάω μόνο, γράφε. Τσιγάρα βάλε μου πολλά, όσο μπορείς πολλά, ξέρεις εσύ ποια, όσο μπορείς πολλά τσιγάρα και μία κούτα σπίρτα. Και μη βιαστείς να φύγεις, ούτε τους άλλους να αφήσεις να φύγουν, προπαντός τους άλλους, προπαντός εκείνον, το ζήτησα να πεις και το ‘γραψες, μην τον αφήσεις να βιαστεί, εγώ το ζήτησα να πεις και το ‘γραψες, το γράφεις; Σα δεις καπνό τσιγάρου να ξερνά το χώμα, κοίταξέ τον καλά, ίσια στα μάτια κοίταξέ τον, και φρόντισε να δει που τον κοιτάζεις μες στα μάτια, το γράφεις; Έτσι. Έτσι. Πολύ το θέλω να το δω το ύφος που θα πάρει, χωμένος μέσα στον καπνό που εγώ εγώ εγώ θα του φυσώ στα μούτρα. Άφοβα πια. Δέντρα δε θα ‘χει να κρυφτεί, ούτε αυτός, ούτε κι εγώ, το γράφεις; Δέντρα δε θα ‘χει.

www.oyden.blogspot.com


Η άποψη του Μίχου: Αυτός που υπογράφει σαν ουδέν, αποτελεί μιαν κατά τη γνώμη μου από τις πιο ενδιαφέρουσες γραφές της ιστόσφαιρας. Όχι επειδή παρέχει μια τελειωμένη γραφή, αλλά κυρίως επειδή πειραματίζεται κάτω από όρους που δείχνουν βαθιά γνώση της ελληνικής και το σπουδαιότερο, μιαν ανοιχτή συνομιλία με το ήθος της αρχαίας. Έχω μια πληροφορία ότι διαβάζει πολύ θεατρικό λόγο αλλά αυτό είναι εμφανές από κείμενά της όπως αυτό εδώ... Στην πραγματικότητα όμως δοκιμάζει γραφές με αποκλειστικό στόχο τη δραστικότητά τους στο διαδίκτυο, κάτι που το συμμερίζομαι προσωπικά και γι αυτό την παρακολουθώ καιρό τώρα...Εκείνο που είναι σίγουρο είναι πως η γραφή της έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις προθέσεις της και σε διαρκή συνομιλία με τους σχολιαστές της δοκιμάζει κάθε φορά καινούριες εκδοχές των βασικών της συστατικών γραφής που είναι η προφορικότητα η δύναμη της παύσης που προσθέτει ένα βάρος, μιαν άλω στα λεγόμενα...και μια διεισδυτικότητα που κάποιες φορές έχει το ήθος του λόγου της κορυφαίας μιας αρχαίας τραγωδίας...Ξεκινώντας από μια θέση ματαιότητας πιστεύω πως ανακαλύπτει μέσα από τη γραφή όχι μόνο μια διέξοδο που ανυψώνει σταθερές γαίες αποξηραίνοντας έλη, αλλά και την σαφή ανάδραση των αναγνωστών της ότι παράγει καταφάσεις στη ζωή και θετικότητες...Η μορφή της γραφής της παραμένει ρευστή, εκτός από τους βασικούς όρους που επισήμανα εδώ, και ως αυτή τη στιγμή η ερευνητική της πορεία συνεχίζεται...Θα ήθελα να προσέξουν και άλλοι την πορεία αυτής της γραφής, γιατί σύντομα θα παρατηρήσουν ότι είναι από τις γραφές που τιμούν την ύπαρξη των ιστολογίων. Πολύ σύντομα θα διαπιστώσουν ότι χωρίς την ύπαρξη του διαδικτύου και με τους εκδοτικούς όρους της εποχής η γραφή αυτή δεν θα μπορούσε να υπάρχει...

H γνώμη του Πετεφρή. Αυτό είναι ένα σπουδαίο κείμενο. Στην αρχή νόμιζα ότι ανήκει στα παράγωγα της αυτόματης γραφής- τόσο σοφά είναι κρυμμένα τα μυστικά του.Συμφωνώ με τον Μίχο ότι πρίν τριάντα χρόνια θα ήταν στο συρτάρι ενός ενοχλημένου εκδότη,ενοχλημένου επειδή δεν θα άντεχε το εκτός λογοτεχνικής γραμμής κείμενο.Είναι επιπλέον θεατρικό, συντούτοις και αφηγηματικό, που θα μπορούσε να "ντύσει" εικόνες, ακόμη και ενός εγκλήματος. Είναι ό,τι πιό κοντά στη μουσική διάβασα τελευταία- άν εξαιρέσω τις πρόσφατες "συνέχειες" στο blog του Μπερεκέτη. Δεν ξέρω άν τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, φίλη κεφαλή, αλλά σίγουρα εδώ τελειώνουν τα εύκολα.Δέντρα δεν θά΄χει ,διότι.

13 σχόλια:

quartier libre είπε...

Κυριακή, 07.00

μου φτάνει που το διάβασα πρώτη.
αν επιτρέπεις, να το σχολιάσω τελευταία...

Fight Back είπε...

Σαββατο 9:45

quartier libre μπερδεψες τις μερες :)

Fight Back είπε...

μου αρεσε πολυ αλλα δε ξερω γιατι. ισως αν διαβασω αλλες αποψεις μπορεσω να καταλαβω.

πολυ ιδιαιτερο. οι μικρες προτασεις, η επαναληψη, αυτη η υπαγορευση μιας παραξενης επιθυμιας, το κανουν πολυ συναισθηματικο σχεδον σπαρακτικο.

quartier libre είπε...

γι αυτό, Γ.Μ., σε θεωρώ Δάσκαλο!
εγώ δεν ξέρω από συγγραφείς... γνωρίζω όμως, από ήθος και ύφος Δασκάλων...

Ουδέν,
τι να πω;!
φτωχά θα είναι τα λόγια μου...

angeliki marinou είπε...

Και τα δικά μου...

Κολοκύθι είπε...

Εμένα πάλι δε μου άρεσε πολύ. Βρίσκω το κείμενο αντικειμενικά άρτιο αλλά με άγχωσε πολύ. Ένιωσα σα να είχα λόξιγκα και να έπινα μονορούφι ένα ποτήρι νερό για να μου περάσει. Και αυτό υπό συνθήκες είναι πολύ καλό αλλά ένα τέτοιο κείμενο που ξεχειλίζει από τρυφερότητα και εκκλήσεις- προσκλήσεις θα το ήθελα σε πιο αργούς ρυθμούς. Συν της άλλης μου φαίνεται και λίγο επιτηδευμένο, δηλαδή του στιλ κάτσε- να-δω-αν-μπορω-να-γράψω-έτσι. Δεν ξέρω αν έτσι είναι αλλά έτσι μου βγάζει και όλο αυτό με κολλάει από το να μπω στο κείμενο.
Τώρα που το ξανασκέφτομαι ίσως και να μη κατάλαβα πολλά οπότε ας σταματήσω εδώ.

quartier libre είπε...

μιά απλή γνώμη λέω :

αν ο ρυθμός ήταν πιό αργός, δε θα βγαζε θυμό...
μου φαίνεται, πως πίσω απ' τα υπόλοιπα που εκφράζει, πίσω, στο βάθος, ίσως υπάρχει κι ένας θυμός, και μιά ανθρώπινη "εκδικητικότητα", προς τον άλλο; προς τον εαυτό μας;
δεν ξέρω, μα qu' importe ?

Ανώνυμος είπε...

στον ιδιο τονο απαγγελλει τις συλλαβες της η πρωινή (07:00-) του Μελωδία. πως την λεν να δεις...

quartier libre είπε...

αυτό το γεγονός,
διόλου δε μειώνει
την αξία του κειμένου...

Ντιάνα Η. είπε...

Ελπίζω "εκείνος" να είναι ο Θάνατος οπότε πολύ ωραία χειρίζεσαι το θέμα της γελοιοποίησής του. Κάτι ανάλογο έχω γράψει κι εγώ όπου τον γελοιοποιώ σε μια «κλωτσοπατινάδα» εν όσο είμαι στη ζωή όμως....εσύ πας ακόμα πιο μακριά. Αν και νεκρό το σώμα, παραμένει μια ψυχή με μπόι (πολύ όμορφη η εικόνα με τις πετρούλες που οριοθετούν την σωρό του ανθρώπου). Για την ακρίβεια το σώμα αν και παραχωμένο στο χώμα θα πρωταγωνιστήσει στην τελετή σαν να είναι ζωντανό. Μια τελετή όμως που στήνεται σαν σκηνικό εκ των προτέρων υπό μορφή εντολών- όχι δεν είναι η τελευταία επιθυμία, ένα αδύναμο «θέλω» ενός μελλοθανάτου αλλά έγκλιση προστακτική που εισάγει από την αρχή τον δυναμισμό μιας μελλοντικής αναμέτρησης και μάλιστα παρουσία μαρτύρων. Μια παράσταση σχεδόν. Το μέρος της «ταφής» διαλέγεται εξ άλλου προσεκτικά σαν να πρόκειται να διεξαχθεί μια επιχείρηση – όχι πλάκα ώστε να επιτρέπει την ελευθερία κινήσεων, τοπίο γυμνό, χωρίς δένδρα, κρανίου τόπος σχεδόν με απέραντη ορατότητα σαν στρατηγός μιλά ο νεκρός που επιλέγει το πεδίο της μάχης.
Για το θέμα του φυσήματος του καπνού τι να πω;
Σκέφτηκα και το πιο απλό -και μην γελάσεις. Ολα τούτα τα τσιγάρα που καπνίζουμε δεν είναι σαν να μας φυσά ο θάνατος στα μούτρα; Ε λοιπόν, αφού μας στείλει κανονικά ωραία θα είναι κι εμείς αν και παραχωμένοι στην γη να του αντιγυρίζουμε τον καπνό στα μούτρα. Είναι ας πούμε ένας μεταθανάτιος τσαμπουκάς :)
Πέραν αυτού όμως μεταφορικά τώρα ο καπνός στο πρόσωπου κάποιου είναι μεγάλη αγένεια, είναι ταπείνωση του εχθρού από μια θέση που λογάριαζε να έχει το πάνω χέρι και ξάφνου βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν ηττημένο που τον περιφρονεί.

Στέφτηκα λίγο για τα δένδρα. Υπάρχει πράγματι μια υπόνοια για το κρυφτούλι που παίζεται εν ζωή μεταξύ του ανθρώπου και του θανάτου. Αφαιρώντας τα δένδρα η αναμέτρηση γίνεται μεταξύ «ανδρών». Μια μονομαχία! Μου θυμίζει λόγο υπ αυτήν την έννοια την αναμέτρηση του Διγενή με τον Θάνατο. Τα ακριτικά μας μια πιο μοντέρνα έκδοσή τους.

Τίποτα είπε...

Έχει πλάκα το πόσο μας ξαφνιάζει ο εαυτός μας ώρες-ώρες. Πριν από όχι πολύ καιρό, απέρριπτα μετά βδελυγμίας τούτη την έκθεση, σε ό,τι αφορά εμένα πάντα, τους άλλους τους θαύμαζα που το τολμούσαν. Σύγκρυο στη σκέψη πως ένα μου κείμενο θα μπει στο μικροσκόπιο, δεν την άντεχα την κριτική. Για την ακρίβεια δεν θα άντεχα την κακή κριτική, έτσι, δημοσίως. Αμ, το άλλο; Που δεν καταλάβαινα πάντα, αρκετά σημεία από όσα οι κριτές επεσήμαιναν; Ωστόσο αλλάζω (ή το ίδιο ήμουν και δεν το ήξερα;) κι ήρθε στιγμή που λέω θα στείλω κι ό,τι βρέξει ας κατεβάσει. Κάτι σαν το «θα πάω κι ας μου βγει σε κακό». Και τώρα νοιώθω ικανοποίηση. Όχι για το κείμενο ή για τα σχόλιά σας (παρεμπιπτόντως σας ευχαριστώ που ασχοληθήκατε), όσο γιατί ναι, με ξεπέρασα. Δεν είναι πάντα προβλέψιμος ο εαυτός μας, τελικά.

Άργησα να απαντήσω γιατί νόμιζα πως έπρεπε να περιμένω και τον κ. Πετεφρή. Κατανοώ την κούρασή του.

Ιδιαιτέρως σε κάθε σας σχόλιο, δεν ξέρω τι να πω. Το ίδιο κείμενο, άλλες φορές ανοίγει πόρτες στον καθένα μας, άλλες όχι. Και τελικά δεν έχει σημασία τι λέω εγώ που το έγραψα, για να επιχειρηματολογήσω επ’ αυτού, αλλά ο καθένας από σας πώς το εισέπραξε. Εδώ λειτουργεί το «περί ορέξεως».

κ. Μίχο, quartier libre, fight back, Renton, κολοκύθι, dianathenes, σας ευχαριστώ.

Και λίγο από Ρωμαίο και Ιουλιέτα του Μποστ για αντίδωρο. Σώζει στις αμήχανες στιγμές ο Μποστ. Εδώ μιλά η Ιουλιέτα στη μητέρα της που την πιέζει να παντρευτεί τον Πάρη.

Μητέρα, μου είπατε απότομα αυτά
γι’ αυτό αφήστε να σκεφτώ τα υπέρ και τα κατά
Θ’ ανέβω στο μπαλκόνι μου και θα τα μελετήσω
όλα αυτά που είπατε και θα σας απαντήσω.
Πάντοτε στο μπαλκόνι μου, όταν εκεί ρεμβάζω
και φέγγει κι η πανσέληνος, ιδέες κατεβάζω.

quartier libre είπε...

μάλλον σκουπίζω τα πόδια στο χαλάκι
και κλείνω την πόρτα .

Τίποτα είπε...

κ. Πετεφρή, σας ευχαριστώ. :)